Ο Αλκίνοος είναι μία κατηγορία μόνος του

Ο Αλκίνοος είναι μία κατηγορία μόνος του
Ακολουθήστε μας στο Google news

Aκουσα ζωντανά τα τραγούδια της «Μικρής Βαλίτσας» του Αλκίνοου Ιωαννίδη ξανά και ξανά και ξανά: στο Σταυρό του Νότου, στο δάσος της Αρβανίτσας, στο Θέατρο Βράχων – αλλά όχι στο Γυάλινο, εκεί τραβάω τη γραμμή. Αυτό δεν υποφέρεται με τίποτε.

11 Απριλίου 2016
Του Νίκου Παπαδογιάννη
 
Δεν μου άρεσε ιδιαίτερα ούτε ο δίσκος ούτε οι παραστάσεις που τον λάνσαραν. Ένιωσα ότι η υπερβολική δόση μπουζουκιού στέγνωνε υπερβολικά τον ήχο του Αλκίνοου και έστρεφε την προσοχή αλλού, αφήνοντας να αιωρείται μία αίσθηση χαμένου προσανατολισμού.
 
Ίσως, βέβαια, να ήταν αυτό ακριβώς το ζητούμενο. Ο ανήσυχος Αλκίνοος γνωρίζει καλά ότι ο πόνος της αθέλητης φυγής εδράζεται σ' ένα μπερδεμένο παρελθόν και συνοδεύεται από τις νότες των ρεμπετών που μετανάστευσαν κάποτε με βαπόρια στην Αμερική (όπως περιγράφονται και στο ομώνυμο τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου). 
 
Πήγα λοιπόν στο «Κύτταρο» με κρύα καρδιά και πάγωσα ακόμα περισσότερο όταν έμαθα ότι στον χώρο θα υπήρχαν σπαρμένα τραπεζοκαθίσματα.
Ωστόσο, με περίμενε αποκάλυψη. Ο Αλκίνοος προσάρμοσε τον ήχο του κατά τρόπο τέτοιο ώστε να φορεθεί από ακουστικό κουαρτέτο εγχόρδων, αφήνοντας λίγο πιο πίσω το μπουζούκι του δεξιοτέχνη Μανώλη Πάππου και βασίζοντας την ενορχήστρωση στο τσέλο του Γιώργου Καλούδη, στο βιολί του Φώτη Σιώτα και στο κοντραμπάσο του Δημήτρη Τσεκούρα. Οι χυμοί ξαναβγήκαν στην επιφάνεια και το αποτέλεσμα άγγιζε το ροκ όσο το άγγιζαν πάντοτε τα τραγούδια του Αλκίνοου.
Ποιος άλλος θα μπορούσε να αφιερώσει ολόκληρα 10λεπτα των παραστάσεών του σε μεσαιωνικά κυπριακά δημώδη ή σε τζαζ αυτοσχεδιασμούς χωρίς να γεμίσει τον χώρο με χαύρα και χασμουρητό; Κανένας. Ο Αλκίνοος είναι μία κατηγορία μόνος του.
 
Το 2005, ήδη φτασμένος, έφυγε στη Ρωσία για να σπουδάσει τραγούδι και σύνθεση. Οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του θα καμάρωνε στρογγυλοκαθισμένος στις δάφνες μίας επιτυχίας που του ανήκει πέρα για πέρα.
Τελευταία έκοψε το τσιγάρο και το αλκοόλ και τρέχει μαραθωνίους, στα 47 του χρόνια, πατέρας τριών παιδιών. Άφησε και μούσι, αλλά ευτυχώς του πάει…
Δεν ξέρω πού θα τον βρει το επόμενο εν Ελλάδι βήμα (μετά την πολυήμερη περιοδεία στην Κεντρική Ευρώπη και τη σύντομη επιστροφή στην Κύπρο), αλλά στοιχηματίζω ότι –όπως συνήθως- θα είναι διαφορετικό από τα προηγούμενα.
Ελπίζω ότι ο δρόμος θα τον ξαναφέρει στο εμβληματικό «Κύτταρο», το οποίο έχει τον τρόπο να αναζωογονεί καριέρες ή να τις καθοδηγεί ξανά στις σωστές ράγες (όπως έκανε πρόσφατο με τον Δ.Σαββόπουλο).

Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Σαλασίδης
 
Οι τέσσερις τοίχοι που γαλούχησαν γενιές και γενιές Ελλήνων ρόκερς, μουσικών και ακροατών, δεν επιτρέπουν χαλαρότητα, ούτε δημοσιοϋπαλληλίκι, ούτε εμφανίσεις ρουτίνας, ούτε νοοτροπίες σκυλάδικου.
 
Ακόμα και τα τραπεζοκαθίσματα ήταν λίγα και άφηναν άφθονο χώρο για τους ορθίους και για εκείνους που δεν άντεχαν «τιμή φιάλης». Ο Αλκίνοος δεν είχε παίξει ποτέ στο παρελθόν στο «Κύτταρο», αλλά έδινε την εντύπωση ότι ανυπομονεί να ξαναζήσει την αύρα του. Το ίδιο και οι μουσικοί του. Το ίδιο και εγώ.