Ακολουθήστε μας στο Google news
Η σχέση μας με τη μουσική, ό,τι και να λέμε, είναι καταρχάς βιωματική. Διότι, ας πούμε εσύ, που είσαι γεννημένη το 1973, να στρέφεις το αυτί πάντα με χαμόγελο σε ένα ποπάκι από τα eighties, όταν το ακούς να παίζει ξαφνικά; Γιατί σου θυμίζει τα πιο ανέμελα χρόνια σου.
13 Μαρτίου 2014
Της Τίνας Παππά
Βίωμα, νέτο σκέτο και χωρίς τις περιστροφές της λογικής, σχεδόν αντανακλαστικό. Και μετά γιατί να ανατριχιάζεις ακόμη και σήμερα με την ίδια συγκίνηση ακούγοντας την Siouxsie στο Arabian Knights, ας πούμε; Γιατί πάλι την έχεις ταυτίσει με μια εποχή που έχει περάσει για πάντα στην ιστορία (σου) μέσα σε δάφνες. Αυτήν την εφηβείας. Αναπόδραστη η γοητεία που σου ασκεί το παλιό και γνώριμο. Αλλά με κάποιους ήχους, όλα αυτά καταλήγουν απλώς ένας αμήχανος τρόπος της γλώσσας να εκφράσει κάτι πολύ βαθύτερο. Μια ριζωμένη στο dna σου και στη συλλογική μνήμη της οικογένειας που σε ανάθρεψε, μικρή ιστορία. Και κάπου μέσα σε αυτήν τη μικρή ιστορία, στέκει κρυμμένη και η αίσθηση μιας ταυτότητας, χαμένης μεν μέσα στο χώρο και το χρόνο, πάντως αδιαμφισβήτητης. Και τότε είναι, καθώς μεγαλώνουμε και μετράμε περισσότερα χρόνια στην πλάτη μας, που μας αποκαλύπτεται σε όλη την σαρωτική της ένταση και έκταση, αυτή η βιωματική σχέση. Στις δύσκολες στιγμές, του πόνου, της απώλειας, του αποχωρισμού, της λύπης. Τότε είναι που η ανάγκη σε στρέφει πίσω στις ρίζες, ακόμη κι αν συνειδητά τις έχεις αποφύγει. Είναι σαν αυτή η αίσθηση του ανήκειν να προσφέρει μια παρηγοριά...
Και η γλώσσα της μουσικής είναι η καλύτερη για αυτή τη δουλειά. Και τότε είναι που καταλαβαίνεις γιατί θυμάσαι τον παππού τον Γιάννη (από τη Βόρειο Ήπειρο η καταγωγή του) να κλαίει βουβά κάθε φορά που άκουγε το παρακάτω τραγούδι. Σε ανάμνηση της οικογένειας που είχε αφήσει πίσω, για να φτάσει στην Ελλάδα κυνηγημένος απ' όλους. Μια οικογένεια που δεν την ξανάδε ποτέ. Κάποιοι από τους νεότερους μάλιστα, υποστηρίζουν ότι αυτό το τραγούδι, το παραπάνω, ίσως και να γράφτηκε για τον παππού μου, ή για κάποιον σαν τον παππού μου. Το τραγούδι φυσικά και δεν έχει ... "credits" όπως άλλα, σύγχρονα. Και μικρή σημασία έχει, για ποιόν γράφτηκε, ή αν γράφτηκε για κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο τέλος πάντων. Εκφράζει μια σειρά γενεών που έζησαν την απώλεια και τη νοσταλγία του μετανάστη στο πετσί τους.
Και θυμάσαι κι εκείνη την άλλη στιγμή, που εν μέσω μιας κηδείας τραγικής, γιατί ο άνθρωπος που είχε "φύγει" ήταν ακόμη νέος, κι ήταν θείος σου, εσύ, νέο κορίτσι, αντί να κοιτάς αυτά που κοιτάνε συνήθως τα νέα κορίτσια όταν βρίσκονται σε κηδείες συγγενών, είχες κάτσει αμίλητη πάνω στο μάρμαρο ενός τάφου, και άκουγες με τα μάτια διάπλατα ανοικτά και το στόμα επίσης (από το δέος) πέντε μεγάλες γυναίκες μαυροφορεμένες, με λυτά τα μαλλιά τους και τα κεφάλια τους σκυμμένα καταγής, να απαγγέλλουν με δωρική λιτότητα ένα πολυφωνικό βορειοηπειρώτικο μοιρολόι. Και ποτέ ξανά δεν είδες ή δεν άκουσες κάτι που να απέδωσε μέσα σου με τον ίδιο δωρικό, λιτό τρόπο, τον πόνο. Άλας της γης λένε κάποιοι πως είναι η ηπειρώτικη μουσική, ανατριχιάζω και μελαγχολώ κάθε φορά που ακούω τους σκοπούς της μιας από τις πατρίδες μου, της άγριας, άγονης και αγέρωχης Ηπείρου. Ανατριχίλα σου λέω, κανονική.