Oι διασκευές έχουν την τιμητική τους

Oι διασκευές έχουν την τιμητική τους
Ακολουθήστε μας στο Google news

Ακούσαμε το νέο άλμπουμ του Νίκου Πορτοκάλογλου, το «Λιμάνια ξένα». Η αλήθεια είναι πως δεν μας άρεσε και πολύ. 

26 Μαΐου 2014
Ας ξεκινήσουμε από μια απλή παραδοχή: ζούμε την εποχή των διασκευών. Θέλετε επειδή είναι η «εύκολη λύση»; Θέλετε επειδή έχουμε να κάνουμε με μια «μόδα»; Θέλετε επειδή οι παλαιότεροι επέτυχαν υψηλές καλλιτεχνικές επιδόσεις και «προκαλούν» διαρκώς τους νεότερους για πειραματισμό και εκτελεστικά «πισωγυρίσματα»; Θέλετε επειδή έχει κοπάσει η δημιουργική πνοή των συγχρόνων; Οποιαδήποτε και αν είναι η αιτία, πάντως, οι διασκευές έχουν την τιμητική τους. Ίσως να την είχαν πάντοτε και να την έχουν και στο μέλλον, τώρα που το σκέφτομαι. 
 
Η παραπάνω παραδοχή/επισήμανση δεν απασχολεί αμέσως το παρόν σημείωμα, αλλά εμμέσως, καθότι έχει σαν αντικείμενο ενδιαφέροντος την πρόσφατη κυκλοφορία του καινούργιου δίσκου του Νίκου Πορτοκάλογλου με τίτλο «Λιμάνια ξένα». Και ποια η σύνδεση της παραδοχής περί αυξημένου αριθμού διασκευών με την κυκλοφορία της νέας δουλειάς του Πορτοκάλογλου; Μα, το καινούργιο – διπλό μάλιστα – cd του Νίκου Πορτοκάλογλου περιλαμβάνει μόνο διασκευές. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει 25 διασκευές του αγαπημένου τραγουδοποιού σε πασίγνωστα έργα από όλο το φάσμα της ελληνικής τραγουδοποιΐας. Με άλλα λόγια, τα «Λιμάνια ξένα» καθόλου ξένα δεν είναι για τον ακροατή τους. Το «ξένισμα» ίσως προκύπτει από το γεγονός ότι δεν θα περίμενε κανείς να τα ακούσει από τον τωρινό διασκευαστή τους. Και αν περίμενε να ακούσει μερικά από αυτά (σ.σ. ο Νίκος Πορτοκάλογλου έχει κάνει διασκευές και στο παρελθόν), σίγουρα δεν περίμενε τόσα πολλά ή όλα αυτά.
 
Ακούγοντας το δίσκο, ο ακροατής «έρχεται αντιμέτωπος» με 25 εσωστρεφείς διασκευές του Νίκου Πορτοκάλογλου σε πασίγνωστα τραγούδια του παρελθόντος (από δημοτικά και νησιώτικα μέχρι λαϊκά και ρεμπέτικα). Η ακουστική οικειότητα και η ηρεμία κυριαρχούν στην ακρόαση, καθώς εφαρμόζονται επαναλαμβανόμενα μοτίβα ηχοτοπίων (ενορχηστρώσεων), ενώ παράλληλα η απουσία δυναμικών διαφοροποιήσεων στοιχειοθετεί ένα easy listening άλμπουμ. Ο Νίκος Πορτοκάλογλου στέκει στη μέση του υλικού, παρουσιάζοντάς το, μάλλον, όπως θα το έπαιζε για περιορισμένο ακροατήριο σε έναν πολύ μικρό χώρο. Στην παραπάνω διαπίστωση συνηγορεί και το γεγονός ότι όλα τα όργανα που ακούγονται στο δίσκο έχουν παιχτεί από τον ίδιο τον Πορτοκάλογλου και, προφανώς εσκεμμένα, οι τόνοι κρατούνται χαμηλά. Ακόμα και οι επιλογές μουσικών κλιμάκων είναι τέτοιες, που κανένα από τα τραγούδια του δίσκου δεν κινείται στις «ψηλές νότες» του ερμηνευτή. Είναι σα να μας «προσκαλεί» στο σπίτι του για να μας παρουσιάσει τις παιδικές μουσικές του αναμνήσεις και έχει μια γοητεία, όλο αυτό, και μια γλύκα. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης, συχνά ένιωσα σα να μου «σιγοτραγουδούσε» στο αυτί ο ερμηνευτής ή σα να άκουγα το δίσκο σε ώρα κοινής ησυχίας. 
 
Όλα τα παραπάνω συνθέτουν έναν αξιόλογο και αξιοπρεπή δίσκο πολλαπλών εφαρμογών, που, όμως, δεν έχει εκείνη τη μαγική στιγμή που θα ξεχωρίσει. Συνολικά, όλες οι διασκευές είναι καλοφτιαγμένες, αλλά καμία δεν εκτοξεύει τραγούδι που εκφέρει, κάνοντάς το να διακριθεί, είτε επειδή έχει μια «καινούργια πρόταση», είτε γιατί υπενθυμίζει εμφατικά και «ξαναζωντανεύει» το παλαιό έργο. Κατά την άποψή μου, στο δίσκο περιλαμβάνονται αρκετά τραγούδια, μάλλον περισσότερα από όσα χρειάζονταν. Τέλος, στο οπισθόφυλλο, τα περιεχόμενα περιγράφονται ως «25 παλιά τραγούδια που έρχονται από το μέλλον». Ορθότερο θα ήταν, κατά την άποψή μου, να περιγράφονταν: «25 παλιά τραγούδια ψιθυριστά».