Γιάννης Πάριος, γεννημένος τραγουδιστής: Σε έχει του χεριού του ρε παιδάκι μου

Γιάννης Πάριος, γεννημένος τραγουδιστής: Σε έχει του χεριού του ρε παιδάκι μου
Ακολουθήστε μας στο Google news

Όταν, πριν από πολλά χρόνια, ο Γιάννης Πάριος ερχόταν στην Αθήνα για να δοκιμάσει την τύχη του στο τραγούδι, δεν γνώριζε (ακόμα και αν το ένιωθε) ένα πράγμα: ότι ήταν γεννημένος τραγουδιστής. Από την κούνια – πως το λένε; 

25 Ιανουαρίου 2016
Του Γιώργου Μυζάλη
 
Με τη βοήθεια, όμως, του Γιώργου Κατσαρού και μερικών σπουδαίων ακόμα ανθρώπων το κατάλαβε σύντομα κι έκτοτε το αποδεικνύει σε κάθε περίσταση. Αυτό βιώσαμε όσοι βρεθήκαμε χθες βράδυ (24/1) στην κατάμεστη Ιερά Οδό, όπου τραγουδάει μαζί με τη Μελίνα Ασλανίδου και τους Stavento. Δεν γράφω κάτι καινούργιο, δεν γράφω κάτι πρωτότυπο, δεν γράφω κάτι που δεν έχει ξαναγραφτεί, αλλά από την άλλη δεν μπορώ και να μην επισημάνω αυτή την αλήθεια (μου). Ακούω τον Πάριο να τραγουδάει και ξυπνάνε μέσα μου εικόνες και συναισθήματα του παρελθόντος, την ίδια στιγμή που «με τη μεζούρα» τον μετράω και βγαίνει πάντοτε σωστός (και στην υπερβολή του μερικές φορές). 
 
Αν θέλαμε να μιλήσουμε με αυστηρά μουσικολογικά κριτήρια και αναφορές, ο Γιάννης Πάριος διαθέτει τη μεγαλύτερη έκταση φωνής από οποιονδήποτε άλλο τραγουδιστή πέρασε από ετούτο τον τόπο. Αυτό, από μόνο του, είναι ένα στοιχείο που θα επέτρεπε – ίσως – στον Πάριο να μεγαλουργήσει στα λυρικά θέατρα και τις όπερες του κόσμου, μετατρέποντάς τον σε διεθνούς φήμης τραγουδιστή. Αλλά δεν είναι μόνο το «όπλο» της έκτασης που τον καθιστά σπουδαίο. Μια μεγάλη έκταση δεν σε κάνει ταυτοχρόνως και μεγάλο τραγουδιστή. Έχουν και άλλα πράγματα και αρετές τη σημασία τους.Εν προκειμένω, την έκταση συμπληρώνουν: μια άρτια τεχνική με δυνατότητες δυτικότροπες και ανατολικότροπες, ένα μουσικό background νησιώτικο με το τραγούδι να δίνει το παρόν σε κάθε περίσταση, μια αλάνθαστη και γάργαρη άρθρωση και μια «μαντική» ικανότητα, που ικανοποιεί τις απαιτήσεις και του τελευταίου ακροατή μιας συναυλίας και βρίσκει πάντοτε το ταιριαστό επόμενο τραγούδι. Με άλλα λόγια, ο Πάριος σε κάνει ό,τι θέλει(ς), όπου κι αν σε πετύχει. Σε όποια διάθεση και να σε βρει, σε όποια κατάσταση, θα βρει το «αντικλείδι» που θα σε ξεκλειδώσει, είτε αυτό σημαίνει πως θα σε σηκώσει από την καρέκλα, είτε αυτό σημαίνει ότι θα σε κάνει να βάλεις τα κλάματα. Σε έχει του χεριού του, ρε παιδάκι μου.

Παράλληλα, στη φαρέτρα του έχει «όπλα» όλων των διαμετρημάτων που του επιτρέπουν να διεξάγει με επιτυχία όλες τις «μάχες». Τραγούδια σπουδαία, αγαπημένα, που κουβαλάνε μνήμες και περγαμηνές, από ανθρώπους αναγνωρισμένους και αγαπητούς σε όλο το φάσμα του ακροατηρίου. Λεπτομερείς αναφορές τίτλων δεν χρειάζονται. Καταλαβαινόμαστε.

Το αταίριαστο της συνύπαρξης με τους υπόλοιπους τραγουδιστές του σχήματος (τους Stavento κυρίως), δεν προβληματίζει στιγμή καθότι η παρουσία αυτών κρίνεται θετική. Ο Μιχάλης Κουινέλης φέρει μια ανεβαστική και χαμογελαστή αύρα σαν περσόνα που «περνάει» χωρίς ιδιαίτερο κόπο στο κοινό. Εντυπωσιακή η Μελίνα Ασλανίδου, που, ισορροπώντας την pop εικόνα της με τις λαϊκές της καταβολές, καταφέρνει να σηκώνει ένα μαγαζί στο πόδι. Δεν το περίμενα, ομολογώ, και ξαφνιάστηκα θετικά. Φωνητικά, ήταν πάντοτε καλή και διαβασμένη (κάνει προσεκτικές και μελωδικές δεύτερες φωνές γεγονός που μαρτυρά μελέτη), αλλά πλέον εξελίσσεται σε δυναμική τραγουδίστρια πίστας, με την καλή έννοια και με τα δικά της προσωπικά «όπλα», όπως το «Λάθος», το σπουδαίο τραγούδι των Αντώνη Βαρδή και Βίκυς Γεροθόδωρου. Χθες βράδυ, κατάφερε να πείσει και τον Αντώνη Ρέμο, που βρέθηκε στο κοινό, να τη συνοδεύσει στο «Τετάρτη βράδυ» (μουσική: Γιώργος Παπαδόπουλος – στίχοι: Κυριάκος Ντούμος) και να πει μόνος του τα «Δυο ψέματα» (μουσική: Αντώνης Βαρδής – στίχοι: Βασίλης Γιαννόπουλος) δίνοντάς μας το «κάτι παραπάνω» (κι ας μην το χρειαζόμασταν). Καλοδεχούμενο. 
 
Τέλος, πρέπει να γίνει αναφορά στην εκπληκτική ορχήστρα, που κυριολεκτικά «γαζώνει», ικανοποιώντας κάθε «τρελή επιθυμία» του Γιάννη Πάριου (κυρίως), που ανά πάσα στιγμή μπορεί να θυμηθεί ένα οποιοδήποτε τραγούδι (δικό του ή μη). Μάχιμοι δεξιοτέχνες στην υπηρεσία του μπροστινού, που δεν παραλείπει να τους προσφωνεί «οικογένειά» του.