Ακολουθήστε μας στο Google news
11 Νοεμβρίου 1990 πέθανε ο Αλέξης Μινωτής, κορυφαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης, με τεράστια συμβολή στην προαγωγή του νεοελληνικού θεάτρου. Γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου του 1900 στα Χανιά της Κρήτης, σε μικροαστικό περιβάλλον εμπόρων και μικροεπιτηδευματιών. Το πραγματικό όνομά του ήταν Αλέξης Μινωτάκης.
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο διορίστηκε υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα Χανίων. Το 1921, αφού είχε εκπληρώσει και τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ακολούθησε τον περιοδεύοντα θίασο του Βεάκη και του Νέζερ που περιέφεραν τον «Οιδίποδα τύραννο». Για να αντιμετωπίσει τις έντονες οικογενειακές αντιρρήσεις, ο Αλέξης έκοψε το όνομά του και για πολλά χρόνια ήρθε σε ρήξη με τον πατέρα του.
Στην Αθήνα εντάχθηκε στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη και για πολλά χρόνια συνυπήρξε ως ηθοποιός με τον Μήτσο Μυράτ, τον Ροντήρη, τον Λογοθετίδη, κάτω από τη στοργική εποπτεία της Μαρίκας. Έπαιξε τα πάντα, από φάρσες έως μελοδράματα και από Αριστοφάνη έως τραγωδία. Στην τραγωδία ευδοκίμησε από νωρίς και συχνά, όσο κατακτούσε τη θέση του στη συντεχνία, αρνιόταν να υπηρετήσει το φτηνό ρεπερτόριο στο οποίο κατέφευγε ο θίασος, χάριν του ταμείου. Από το 1925 έως το 1930 συνεργάστηκε με τον Σπύρο Μελά στην απόπειρά του να δημιουργήσει «Θέατρο Τέχνης» στην Αθήνα. Το επόμενο διάστημα υπήρξε συνθιασάρχης στο θέατρο Βεάκη – Παξινού – Μινωτή και από το 1932 έως το 1942 χρημάτισε βασικό πρωταγωνιστικό στέλεχος του Εθνικού Θεάτρου. Έκτοτε διέγραψε μία εξαιρετική καριέρα, διεθνούς ακτινοβολίας, αφήνοντας πραγματικά εποχή σε ρόλους όπως στον «Άμλετ», τον «Πέερ Γκυντ», τους «Βρικόλακες», το «Μάκβεθ», το «Βασιλιά Ληρ», τους δύο Οιδίποδες, και γενικά στο αρχαίο δράμα, σε έργα των Μπρεχτ, Λόρκα, Μπέκετ, κ.α, αλλά και στο ελληνικό ρεπερτόριο (Χορν, Ξενόπουλος, Μπόγρης, Τερζάκης).
Το 1936 σπούδασε με κρατική υποτροφία τη θεατρική τέχνη στην Αγγλία και τη Γερμανία, όπου γνωρίστηκε προσωπικά με τον Βέρνερ Κράους, θαύμασε τον μεγάλο τεχνίτη Μόισσι και είδε τον Άμλετ και τον Μεφιστοφελή του Γκρύντγκενς. Η ευρωπαϊκή του σπουδή τον οργάνωσε ως ηθοποιό και τον προίκισε με μια τεχνική που υπήρξε ο εξοχότερος κάτοχός της, την εξπρεσιονιστική, μια τεχνική έντονων φωτοσκιάσεων, όπου η μορφή προηγείται του περιεχομένου. Το 1940 παντρεύτηκε την Κατίνα Παξινού και μαζί εμφανίζονταν στο Βασιλικό Θέατρο που δημιούργησαν. Στη περίοδο όμως της κατοχής στην Ελλάδα (1941) ο Αλέξης Μινωτής κατέφυγε στις ΗΠΑ. Το 1946 ο Μινωτής εισήλθε στο Χόλυγουντ και έλαβε μέρος στη κινηματογραφική ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ "Notorious" μαζί με τον Κάρυ Γκραντ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Την ίδια χρονιά συμμετείχε ακόμη στη ταινία "Chase" μαζί με την Μισέλ Μοργκάν. Από εκεί το 1952 προσκλήθηκε από το Εθνικό Θέατρο στην Αθήνα (μαζί με την Κατίνα Παξινού) για έκτακτες εμφανίσεις σε αρχαία δράματα και στους "Βρυκόλακες" του Ίψεν. Τότε ανταποκρινόμενος στο αίτημα της Βασίλισσας Φρειδερίκης για γύρισμα χολιγουντιανής ταινίας στην Ελλάδα συμμετείχε στο "Παιδί και το Δελφίνι" με την Σοφία Λόρεν που γυρίστηκε στην Ύδρα.
Στα χρόνια της αμερικανικής αυτοεξορίας του, λόγω μέτριας αγγλικής προφοράς, δεν έκανε θέατρο. Μετά την απελευθέρωση (1945) ως σκηνοθέτης, θιασάρχης και ηθοποιός, με επιτυχίες σ' όλα τα είδη ρεπερτορίου. Ανέβασε στην Επίδαυρο και σε μεγάλα θέατρα του εξωτερικού και όπερα, όπως τη «Μήδεια», μία από τις καλύτερες σκηνοθεσίες στον κόσμο, με την αξέχαστη Μαρία Κάλλας. Ο Μινωτής χρημάτισε καλλιτεχνικός διευθυντής (1964-67) και γενικός διευθυντής (1974-80) του Εθνικού Θεάτρου. Έγραψε τα δοκίμια «Εμπειρική θεατρική παιδεία» και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις. Πέθανε, πλήρης ημερών, στις 11 Νοεμβρίου του 1990.
Ο Μάριος Πλωρίτης θα σκιαγραφούσε το πάθος του Μινωτή, με λέξεις που ταιριάζουν στην περιγραφή ενός ποιητή: «είτε στην παράσταση, είτε στην πρόβα, είτε ακόμα και στη μοναξιά του, ο Μινωτής έμοιαζε ακόρεστος ταξιδευτής, που με το μικρό πλεούμενό του αρμένιζε και εξερευνούσε ωκεανούς απέραντους, φανερά και υποβρύχια ρεύματα, στοιχειωμένα με Λαιστρυγόνες και Σειρήνες, πασχίζοντας να εξιχνιάσει και να γευτεί τα απρόσιτα μυστικά της ύπαρξης και της τέχνης». Προικισμένος και τελειομανής, προσέγγισε τα μεγάλα θεατρικά κείμενα αναζητώντας την αλήθεια πίσω από τις λέξεις. Και αυτό ήταν που μάγεψε το κοινό. Όχι το παίξιμό του, αλλά οι ερμηνείες του, το ότι γινόταν ο ρόλος. Την εποχή που η Αγγλία είχε τον Σερ Λόρενς Ολίβιε, εμείς είχαμε τον Μινωτή. Και τον έχουμε ακόμα, μέσα από τους δρόμους που άνοιξε…
Πηγές
Ο ηθοποιός Αλέξης Μινωτής - Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Κωνσταντίνος Τρυπάνης. Εκδόσεις Καστανιώτη, 1985
Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου
wikipedia.org
11 Νοεμβρίου 1990 πέθανε ο Αλέξης Μινωτής, κορυφαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης, με τεράστια συμβολή στην προαγωγή του νεοελληνικού θεάτρου. Γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου του 1900 στα Χανιά της Κρήτης, σε μικροαστικό περιβάλλον εμπόρων και μικροεπιτηδευματιών. Το πραγματικό όνομά του ήταν Αλέξης Μινωτάκης.
12 Νοεμβρίου 200911 Νοεμβρίου 1990 πέθανε ο Αλέξης Μινωτής, κορυφαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης, με τεράστια συμβολή στην προαγωγή του νεοελληνικού θεάτρου. Γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου του 1900 στα Χανιά της Κρήτης, σε μικροαστικό περιβάλλον εμπόρων και μικροεπιτηδευματιών. Το πραγματικό όνομά του ήταν Αλέξης Μινωτάκης.
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο διορίστηκε υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα Χανίων. Το 1921, αφού είχε εκπληρώσει και τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ακολούθησε τον περιοδεύοντα θίασο του Βεάκη και του Νέζερ που περιέφεραν τον «Οιδίποδα τύραννο». Για να αντιμετωπίσει τις έντονες οικογενειακές αντιρρήσεις, ο Αλέξης έκοψε το όνομά του και για πολλά χρόνια ήρθε σε ρήξη με τον πατέρα του.
Στην Αθήνα εντάχθηκε στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη και για πολλά χρόνια συνυπήρξε ως ηθοποιός με τον Μήτσο Μυράτ, τον Ροντήρη, τον Λογοθετίδη, κάτω από τη στοργική εποπτεία της Μαρίκας. Έπαιξε τα πάντα, από φάρσες έως μελοδράματα και από Αριστοφάνη έως τραγωδία. Στην τραγωδία ευδοκίμησε από νωρίς και συχνά, όσο κατακτούσε τη θέση του στη συντεχνία, αρνιόταν να υπηρετήσει το φτηνό ρεπερτόριο στο οποίο κατέφευγε ο θίασος, χάριν του ταμείου. Από το 1925 έως το 1930 συνεργάστηκε με τον Σπύρο Μελά στην απόπειρά του να δημιουργήσει «Θέατρο Τέχνης» στην Αθήνα. Το επόμενο διάστημα υπήρξε συνθιασάρχης στο θέατρο Βεάκη – Παξινού – Μινωτή και από το 1932 έως το 1942 χρημάτισε βασικό πρωταγωνιστικό στέλεχος του Εθνικού Θεάτρου. Έκτοτε διέγραψε μία εξαιρετική καριέρα, διεθνούς ακτινοβολίας, αφήνοντας πραγματικά εποχή σε ρόλους όπως στον «Άμλετ», τον «Πέερ Γκυντ», τους «Βρικόλακες», το «Μάκβεθ», το «Βασιλιά Ληρ», τους δύο Οιδίποδες, και γενικά στο αρχαίο δράμα, σε έργα των Μπρεχτ, Λόρκα, Μπέκετ, κ.α, αλλά και στο ελληνικό ρεπερτόριο (Χορν, Ξενόπουλος, Μπόγρης, Τερζάκης).
Το 1936 σπούδασε με κρατική υποτροφία τη θεατρική τέχνη στην Αγγλία και τη Γερμανία, όπου γνωρίστηκε προσωπικά με τον Βέρνερ Κράους, θαύμασε τον μεγάλο τεχνίτη Μόισσι και είδε τον Άμλετ και τον Μεφιστοφελή του Γκρύντγκενς. Η ευρωπαϊκή του σπουδή τον οργάνωσε ως ηθοποιό και τον προίκισε με μια τεχνική που υπήρξε ο εξοχότερος κάτοχός της, την εξπρεσιονιστική, μια τεχνική έντονων φωτοσκιάσεων, όπου η μορφή προηγείται του περιεχομένου. Το 1940 παντρεύτηκε την Κατίνα Παξινού και μαζί εμφανίζονταν στο Βασιλικό Θέατρο που δημιούργησαν. Στη περίοδο όμως της κατοχής στην Ελλάδα (1941) ο Αλέξης Μινωτής κατέφυγε στις ΗΠΑ. Το 1946 ο Μινωτής εισήλθε στο Χόλυγουντ και έλαβε μέρος στη κινηματογραφική ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ "Notorious" μαζί με τον Κάρυ Γκραντ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Την ίδια χρονιά συμμετείχε ακόμη στη ταινία "Chase" μαζί με την Μισέλ Μοργκάν. Από εκεί το 1952 προσκλήθηκε από το Εθνικό Θέατρο στην Αθήνα (μαζί με την Κατίνα Παξινού) για έκτακτες εμφανίσεις σε αρχαία δράματα και στους "Βρυκόλακες" του Ίψεν. Τότε ανταποκρινόμενος στο αίτημα της Βασίλισσας Φρειδερίκης για γύρισμα χολιγουντιανής ταινίας στην Ελλάδα συμμετείχε στο "Παιδί και το Δελφίνι" με την Σοφία Λόρεν που γυρίστηκε στην Ύδρα.
Στα χρόνια της αμερικανικής αυτοεξορίας του, λόγω μέτριας αγγλικής προφοράς, δεν έκανε θέατρο. Μετά την απελευθέρωση (1945) ως σκηνοθέτης, θιασάρχης και ηθοποιός, με επιτυχίες σ' όλα τα είδη ρεπερτορίου. Ανέβασε στην Επίδαυρο και σε μεγάλα θέατρα του εξωτερικού και όπερα, όπως τη «Μήδεια», μία από τις καλύτερες σκηνοθεσίες στον κόσμο, με την αξέχαστη Μαρία Κάλλας. Ο Μινωτής χρημάτισε καλλιτεχνικός διευθυντής (1964-67) και γενικός διευθυντής (1974-80) του Εθνικού Θεάτρου. Έγραψε τα δοκίμια «Εμπειρική θεατρική παιδεία» και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις. Πέθανε, πλήρης ημερών, στις 11 Νοεμβρίου του 1990.
Ο Μάριος Πλωρίτης θα σκιαγραφούσε το πάθος του Μινωτή, με λέξεις που ταιριάζουν στην περιγραφή ενός ποιητή: «είτε στην παράσταση, είτε στην πρόβα, είτε ακόμα και στη μοναξιά του, ο Μινωτής έμοιαζε ακόρεστος ταξιδευτής, που με το μικρό πλεούμενό του αρμένιζε και εξερευνούσε ωκεανούς απέραντους, φανερά και υποβρύχια ρεύματα, στοιχειωμένα με Λαιστρυγόνες και Σειρήνες, πασχίζοντας να εξιχνιάσει και να γευτεί τα απρόσιτα μυστικά της ύπαρξης και της τέχνης». Προικισμένος και τελειομανής, προσέγγισε τα μεγάλα θεατρικά κείμενα αναζητώντας την αλήθεια πίσω από τις λέξεις. Και αυτό ήταν που μάγεψε το κοινό. Όχι το παίξιμό του, αλλά οι ερμηνείες του, το ότι γινόταν ο ρόλος. Την εποχή που η Αγγλία είχε τον Σερ Λόρενς Ολίβιε, εμείς είχαμε τον Μινωτή. Και τον έχουμε ακόμα, μέσα από τους δρόμους που άνοιξε…
Πηγές
Ο ηθοποιός Αλέξης Μινωτής - Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Κωνσταντίνος Τρυπάνης. Εκδόσεις Καστανιώτη, 1985
Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου
wikipedia.org