«Δέκα και μία νύχτες» - ζωντανή ηχογράφηση από το Περοκέ.
25 Νοεμβρίου 2019Ήταν δεύτερη, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, επίσκεψή μου στην Αθήνα. Και στην προηγούμενη επίσκεψή μου στα δισκάδικα στο Μοναστηράκι δεν βρήκα κανέναν από τους δίσκους που μου είχαν, εκείνη την περίοδο, σκαλώσει το μυαλό.
Με δεδομένο αυτό, οι προσδοκίες μου αυτή τη φορά ήταν μικρές και ο βασικός λόγος που πήγα μέχρι το δισκάδικο ήταν για να σκοτώσω ένα μισάωρο, που αλλιώς θα περνούσα κάτω απ’ τον Αυγουστιάτικο, μεσημεριανό, ήλιο της Αθήνας. Το γεγονός λοιπόν ότι βρήκα αυτό το δίσκο «Δέκα και μία νύχτες» ήταν σαν ένα μικρό θαύμα.
Αν και πολλές φορές ένα τραγούδι σε μια live ηχογράφηση εμφανίζεται, ενορχηστρωτικά, εμφανώς βελτιωμένο, πράγμα μάλλον αναμενόμενο, εντούτοις προσωπικά προτιμώ τις studio εκτελέσεις των τραγουδιών, ακόμα και αν συχνά υστερούν. Γενικότερα, θεωρώ πως μια νέα δισκογραφική εργασία και ένας live δίσκος εκπληρώνουν εντελώς διαφορετικούς σκοπούς. Ένας νέος δίσκος είναι η ματιά σου στα πράγματα μια δεδομένη χρονική στιγμή. Μια ζωντανή ηχογράφηση έχει έναν απολογιστικό χαρακτήρα, παλαιότερα και εμπορικό θα έλεγα και βασικά νομίζω πως είναι ένα πολύ καλό πρώτο βήμα για να γνωρίσει κάποιος νεότερος, ένα καλλιτέχνη μιας προηγούμενης γενιάς. Ακριβώς αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο άκουσα αυτό το δίσκο.
Δεν ξέρω αν είναι καλό, κακό ή απλά έτσι είναι, αλλά συχνά ο θάνατος ενός καλλιτέχνη μπορεί να σε φέρει πιο κοντά στη ζωή και το έργο του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι άκουσα για πρώτη φορά τον «Αύγουστο» του Νίκου Παπάζογλου στις ειδήσεις, μαζί με την αναγγελία του θανάτου του.
Φυσικά τραγούδια της Αρλέτας ήξερα, αλλά τα βασικά. Κάτι όμως με έκανε να θέλω να ψάξω περισσότερα γι’ αυτήν. Μάλλον η ιδιότητα της τραγουδοποιού και κυρίως το ότι είναι μία απ’ τις ελάχιστες γυναίκες που γράφει στίχο στην Ελλάδα. Έτσι σκέφτηκα ότι αυτός ο live δίσκος θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να εμβαθύνω στο έργο της.
Βέβαια η συγκεκριμένη ηχογράφηση είναι πολλά παραπάνω από έναν απλό best of δίσκο. Τα τραγούδια που έγραψε, τα τραγούδια που είπε κι εκείνα που αγάπησε σαν να ‘ταν δικά της, «όλα μπερδεύονται γλυκά», όπως λέει κι εκείνο το τραγουδάκι που ανοίγει την Β’ όψη του δεύτερου δίσκου. Οι Beatles, ο θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις του κινηματογράφου, ο Χατζιδάκις της Αμερικής, ο Λάκης κι η Μαριανίνα, ο Σπανός, το νέο κύμα. Όλα. Όλα σαν ένα. Ενοποιητικό στοιχείο η φωνή της.
Ο Ζαμπέτας έλεγε πάντα ότι αν προσπαθήσεις να μοιάσεις σε κάποιον θα είσαι πάντα δεύτερος. Η Αρλέτα δεν είναι ούτε δεύτερη, ούτε πρώτη. Η Αρλέτα δεν μοιάζει με κανέναν και τίποτα. Ακόμα και τ’ όνομά της είναι στοιχείο μοναδικότητας. Την Αρλέτα δεν την μπερδεύεις. Φυσικά αυτό δεν είναι πάντα επιλογή. Είναι και προίκα. Σκάλισα τις -προ 2 ετών- αναρτήσεις του και το βρήκα. Ο Οδυσσέας Ιωάννου είχε γράψει τη μέρα που έφυγε η Αρλέτα: «Η φωνή της ήταν ο ήχος χεριού που τρέχει πάνω σε σώμα. Δέρμα με δέρμα».
Θα σημειώσω μονάχα δύο τραγούδια, διότι ενώ στο βινύλιο που έχω στα χέρια μου υπάρχουν, δεν θα τα βρείτε με την ίδια ευκολία, αν ψάξετε τα δίσκο στο ίντερνετ. Το ένα τραγούδι έχει τίτλο «Ο Λάκης», σε λόγια δικά της και μουσική του Ανέστη Τριανταφύλλου. Το άλλο κομμάτι λέγεται «Το τραγούδι της Χοσέφα». Αναφέρει η Αρλέτα στο σημείωμα του δίσκου γι’ αυτό το τραγούδι: «Το μόνο τραγούδι που είναι από άλλη ηχογράφηση είναι “Το τραγούδι της τρελλής Χοσέφα” από το σπίτι της Bernarda Alba του F.G. Lorca που έφτιαξε ο Νότης Μαυρουδής για την παράσταση που ανέβηκε από την ομάδα των φυλακισμένων στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού το καλοκαίρι του 1987. Αυτό το τραγούδι ηχογραφήθηκε μία κι έξω από το Νότη και εμένα και δεν νομίζω ότι θα το ξανατραγουδήσω ποτέ ξανά».
Κατά τ’ άλλα σ’ αυτό το δίσκο δεν έχει νόημα να σταθείς σε συγκεκριμένα τραγούδια. Ο δίσκος είναι μια βόλτα. Από κάποιους δρόμους σίγουρα έχεις περάσει ξανά. Αλλά δεν είναι όπως τότε. Αν το προσέξεις, σχεδόν δεν περπατάς. Γλιστράς κι εσύ, όπως κι οι λέξεις στα χείλη της.