Ο διευθυντής του Pepper 96.6 Γιώργος Μουχταρίδης μίλησε στη Lifo (και) για το ραδιόφωνο.
14 Οκτωβρίου 2020Μίλησε για πολλά πράγματα δηλαδή, για τη ζωή του όλη, τη συνέντευξη μπορείτε να τη διαβάσετε στην έντυπη Lifo. Εδώ στο e-tetRadio αναδημοσιεύουμε μόνο όσα αφορούν το ραδιόφωνο. Ο Γιώργος είναι από τους καλύτερους διευθυντές ραδιοφώνου, μετράει ήδη δύο επιτυχημένους ραδιοσταθμούς, το Kosmos 93.6 και τον Pepper 96.6. Είναι από τους λίγους στην Ελλάδα που έχουν καταφέρει κάτι αντίστοιχο. Εναν επιτυχημένο ραδιοσταθμό έφτιαξαν αρκετοί, κατά καιρούς, περισσότερους από έναν όμως ελάχιστοι. Μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ο Μουχταρίδης ξέρει τη μυστική συνταγή.
Οπότε τα λόγια του Γιώργου περί ραδιοφώνου τα ακούμε με μεγάλη προσοχή (ολόκληρη η συνέντευξη ΕΔΩ, η φωτογραφία είναι του Πάρι Ταβιτιάν / LIFO)
* Γενικά, το ραδιόφωνο στην Ελλάδα είναι σε καλή κατάσταση, έχουμε καλό μουσικό ραδιόφωνο, που παίζει καλή μουσική, κυρίως σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, με εξαίρεση τη Μεγάλη Βρετανία, που έχει πολύ μεγάλη παράδοση στον Τύπο και στα media, μοναδική στον κόσμο. Εξαίρεση και η Γαλλία, που, λόγω κοινωνικής διαστρωμάτωσης, έχει ένα πολύ ευρύ κοινό, στο οποίο απευθύνονται τα μέσα κι εκείνο δίνει τη δυνατότητα των πολλών επιλογών.
* Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει αυτό που λέγαμε παλιά, το πιστό, φανατικό και παθιασμένοι κοινό του, ένα κοινό που βέβαια δεν είναι ικανό να το ζήσει από μόνο του εμπορικά, γιατί είναι ολιγάριθμο, αλλά αποτελεί αυτό που λέμε «το οξυγόνο» που μπορεί να δώσει ένταση στη φωτιά. Το μικρό και πιστό κοινό είναι εξίσου σημαντικό με το μεγάλο και πολυπληθές.
* Αν υπάρχει κάτι που δεν μου αρέσει στο ελληνικό ραδιόφωνο είναι ότι αργεί να αγκαλιάσει το καινούργιο και όταν τελικά το κάνει, είναι γιατί έχει γίνει παλιό. Είναι αρκετά συντηρητικό το μουσικό ραδιόφωνο στην Ελλάδα, αγαπάει τις αναμνήσεις του ίσως λίγο περισσότερο απ' όσο πρέπει. Όμως εκφράζει και το μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που είναι προσκολλημένο στο παρελθόν, στα ίδια ονόματα, στα ίδια τραγούδια, στις ίδιες ιστορίες. Στα ραδιόφωνα της Αθήνας σήμερα κυριαρχούν άνθρωποι γύρω στην ηλικία των 50, άνθρωποι που έζησαν τις μέρες της δόξας των μέσων και αγαπούν το μέσο αλλά και τη μουσική.
* Όταν όλοι οι διευθυντές και ιδιοκτήτες ακολουθούν την ίδια συνταγή και το μόνο επιχείρημα που ακούς είναι «εγώ θα το κάνω καλύτερα», τότε ξέρεις ότι όλοι καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα, με πάνω-κάτω τα ίδια ονόματα, που ανακυκλώνονται (όπως και στην τηλεόραση), και την ίδια λογική. Υπάρχει όμως χώρος για καινούργια ραδιόφωνα, άσχετα από το αν πλησιάζουμε τις πενήντα συχνότητες, αλλά θα πρέπει κάποιος να στύψει το κεφάλι του για να βρει το «τι», το «πώς» και το με «ποιους». Αρκεί να μην κάνουμε δέκα αντίγραφα του ίδιου μοντέλου.
* Αναρωτιέμαι γιατί σήμερα ένας 17χρονος ή ένας 22χρονος να ακούσει το ελληνικό μουσικό ραδιόφωνο. Αν το αποφασίσει, θα πρέπει κάθε 25 λεπτά να περιμένει ένα ολόκληρο πεντάλεπτο να τελειώσουν τα διαφημιστικά και τα προωθητικά μηνύματα και άλλο ένα λεπτό να τελειώσουν οι ειδήσεις ή ό,τι άλλο έχει κάθε ραδιόφωνο για να φτάσει να ακούσει ένα τραγούδι που κατά 90% δεν θα τον ενδιαφέρει. Είναι λίγο συντηρητικά τα ραδιόφωνα και αργούν να ανακαλύψουν και να αγκαλιάσουν το καινούργιο. Προτιμά να βυθιστεί, λοιπόν, στον δικό του κόσμο με τη βοήθεια της τεχνολογίας και να ακούσει αυτά που μοιράζεται με τους φίλους του, τις μουσικές για τις οποίες κάποιος στην παρέα του τού μίλησε το προηγούμενο βράδυ. Όμως μη γελιόμαστε, το θέμα της σχέσης του ραδιοφώνου με τους νέους είναι παγκόσμιο σήμερα. Πουθενά στον κόσμο οι νέοι δεν επιλέγουν το ραδιόφωνο στα fm για να ενημερωθούν για τη μουσική. Ίσως κάποιοι από αυτούς να μην ξέρουν τι είναι το ραδιόφωνο και, όπως είπε πρόσφατα και ο Bob Dylan, «ίσως κάποιοι πλέον να νομίζουν ότι είναι αυτή η συσκευή που βρίσκεται δίπλα στη φρυγανιέρα». Σε όλο τον κόσμο τα ραδιόφωνα προσπαθούν να βρουν τρόπους να φτάσουν στα κινητά τους και νομίζω πως αυτό θα γίνει με τα podcasts και τις μουσικές on demand.