Ακολουθήστε μας στο Google news
Θεωρείς ότι σωστά υφίσταται ο όρος «έντεχνο» τραγούδι;
Οι ετικέτες μπαίνουν συνήθως για να ομαδοποιήσουν πράγματα που έχουν κοινά στοιχεία και χαρακτηριστικά, με σκοπό να εξυπηρετήσουν συνήθως αυτούς που είναι απ’ έξω. Έτσι συμβαίνει και στη μουσική. Επειδή δεν κάνουν όλοι οι καλλιτέχνες την ίδια δουλειά, με την ίδια σοβαρότητα, με το ίδιο βάθος και με την ίδια αλήθεια.
Ο όρος έντεχνο πιο πολύ εξυπηρετεί εμάς τους δημοσιογράφους, ας πούμε, παρά το ίδιο το τραγούδι. Γι’ αυτό συντηρείται ακόμα… Πρέπει όμως κάπως να διαχωριστούν ο Μικρούτσικος, ο Κραουνάκης, ο Ανδρέου, ο Παπαδημητρίου, ο Θηβαίος, ο Μάλαμας, η Αλεξίου, η Γαλάνη και πολλοί άλλοι ακόμα, από τη Σούλα Μπούλα ή την κάθε ατάλαντη που έχει ωραίο κώλο. Δεν λέω, ωραίο είναι να βλέπει κανείς το βυζί έξω, αλλά αυτό δεν είναι μουσική και τραγούδι· είναι κάτι άλλο. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τα φωνητικά χαρίσματα που διαθέτει ο καθένας. Έχει να κάνει και με τη στάση του απέναντι στην τέχνη. Βέβαια, θα μπορούσαμε να το πούμε και αλλιώς. Θα μπορούσαμε να το λέμε καλύτερα ποιοτικό τραγούδι, ας πούμε.
Οι σπουδές σου στη Φυσική βρίσκουν ανταπόκριση στο ραδιόφωνο;
Η Φυσική με έχει βοηθήσει στον τρόπο σκέψης και δουλειάς. Γενικά, οι θετικές επιστήμες πιστεύω ότι βοηθάνε πάρα πολύ κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με πιο θεωρητικά πράγματα, γιατί κρατάνε μέσα σου τις βασικές ισορροπίες.
Έχεις κάνει συνεντεύξεις με τους περισσότερους εν ενεργεία καλλιτέχνες της έντεχνης μουσικής σκηνής. Ποιος από αυτούς σε σημάδεψε;
Αν πάρουμε ως δεδομένο ότι η συνέντευξη συνεπάγεται και μια σύντομη γνωριμία με τον καλλιτέχνη, τότε θέλω να σου πω – όπως ξέρεις και εσύ πολύ καλά – ότι υπάρχουν φορές που απογοητεύεσαι και φορές που εκπλήσσεσαι ευχάριστα. Βέβαια, όταν είσαι σε νεαρή ηλικία, βλέπεις τα πράγματα λίγο διαφορετικά. Μπορεί σε δέκα χρόνια, τελικά, να σου πω άλλα ονόματα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν· όσο κοινότοπο κι αν ακούγεται αυτό. Αλλά αυτοί που κυρίως με ταρακούνησαν και με έκαναν να νιώθω ευτυχία που επέλεξα να υπηρετήσω αυτή τη δουλειά, είναι η Αφροδίτη Μάνου, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Γιώργος Ανδρέου.
Γιατί ονόμασες την εκπομπή σου «Αδέσποτες Νότες»;
Το επίθετο αδέσποτες μπροστά από τις νότες δείχνει – ή, τουλάχιστον, θα ήθελα να δείχνει – ότι οι νότες, δηλαδή τα τραγούδια, από τη μια είναι μόνα τους στο δρόμο και μπορεί να σε κοιτάξουν με γουρλωμένα τα μάτια εκεί που περπατάς ανέμελος, ενώ, από την άλλη, έχουν την ελευθερία και τον αέρα ενός αδέσποτου πλάσματος που δεν έχει αφεντικό.
Αν σε έβαζαν – με το ζόρι – να επιλέξεις μεταξύ έντυπης δημοσιογραφίας και ραδιοφώνου, τι θα απαντούσες;
Η μεγάλη μου αγάπη είναι το ραδιόφωνο. Άλλωστε, από τον αέρα έγινε η πρώτη μου επαφή με το χώρο αυτό και μετά προσγειώθηκα στον κόσμο των εντύπων. Αλλά αυτή ακριβώς είναι η διαφορά των δύο ετούτων κόσμων. Στο ραδιόφωνο πετάς, ενώ στο έντυπο πατάς. Παρ’ όλ’ αυτά, το μεγάλο σχολείο στη δημοσιογραφία πιστεύω ότι είναι τα έντυπα. Τα είδα με καλύτερο μάτι όταν ήμουν στη σχολή δημοσιογραφίας και μέσα από αυτά έχω μάθει περισσότερα πράγματα. Τώρα, παράλληλα με το περιοδικό, υπάρχει και το ραδιόφωνο. Είμαι πολύ ευτυχισμένος που καταφέρνω να πραγματοποιώ ένα από τα μεγαλύτερα όνειρά μου.
Τον ακούτε καθημερινά 21.00-23.00, στην εκπομπή «Αδέσποτες Νότες».
Ο Μιχάλης Γελασάκης έκανε τις πρώτες του ραδιοφωνικές εκπομπές στο studio 19 101,9, στο Ηράκλειο της Κρήτης.
07 Φεβρουαρίου 2010Ο Μιχάλης Γελασάκης έκανε τις πρώτες του ραδιοφωνικές εκπομπές στο studio 19 101,9, στο Ηράκλειο της Κρήτης. Από πολύ μικρός μπήκε στο χώρο της δημοσιογραφίας ως συνεργάτης σε διάφορα περιοδικά, ενώ έχει κάνει συνεντεύξεις με τους περισσότερους εν ενεργεία καλλιτέχνες της έντεχνης μουσικής σκηνής. Σήμερα είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού Δίφωνο, καταπιάνεται με στίχους και συνεργάζεται με το περιοδικό Όασις.Θεωρείς ότι σωστά υφίσταται ο όρος «έντεχνο» τραγούδι;
Οι ετικέτες μπαίνουν συνήθως για να ομαδοποιήσουν πράγματα που έχουν κοινά στοιχεία και χαρακτηριστικά, με σκοπό να εξυπηρετήσουν συνήθως αυτούς που είναι απ’ έξω. Έτσι συμβαίνει και στη μουσική. Επειδή δεν κάνουν όλοι οι καλλιτέχνες την ίδια δουλειά, με την ίδια σοβαρότητα, με το ίδιο βάθος και με την ίδια αλήθεια.
Ο όρος έντεχνο πιο πολύ εξυπηρετεί εμάς τους δημοσιογράφους, ας πούμε, παρά το ίδιο το τραγούδι. Γι’ αυτό συντηρείται ακόμα… Πρέπει όμως κάπως να διαχωριστούν ο Μικρούτσικος, ο Κραουνάκης, ο Ανδρέου, ο Παπαδημητρίου, ο Θηβαίος, ο Μάλαμας, η Αλεξίου, η Γαλάνη και πολλοί άλλοι ακόμα, από τη Σούλα Μπούλα ή την κάθε ατάλαντη που έχει ωραίο κώλο. Δεν λέω, ωραίο είναι να βλέπει κανείς το βυζί έξω, αλλά αυτό δεν είναι μουσική και τραγούδι· είναι κάτι άλλο. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τα φωνητικά χαρίσματα που διαθέτει ο καθένας. Έχει να κάνει και με τη στάση του απέναντι στην τέχνη. Βέβαια, θα μπορούσαμε να το πούμε και αλλιώς. Θα μπορούσαμε να το λέμε καλύτερα ποιοτικό τραγούδι, ας πούμε.
Οι σπουδές σου στη Φυσική βρίσκουν ανταπόκριση στο ραδιόφωνο;
Η Φυσική με έχει βοηθήσει στον τρόπο σκέψης και δουλειάς. Γενικά, οι θετικές επιστήμες πιστεύω ότι βοηθάνε πάρα πολύ κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με πιο θεωρητικά πράγματα, γιατί κρατάνε μέσα σου τις βασικές ισορροπίες.
Έχεις κάνει συνεντεύξεις με τους περισσότερους εν ενεργεία καλλιτέχνες της έντεχνης μουσικής σκηνής. Ποιος από αυτούς σε σημάδεψε;
Αν πάρουμε ως δεδομένο ότι η συνέντευξη συνεπάγεται και μια σύντομη γνωριμία με τον καλλιτέχνη, τότε θέλω να σου πω – όπως ξέρεις και εσύ πολύ καλά – ότι υπάρχουν φορές που απογοητεύεσαι και φορές που εκπλήσσεσαι ευχάριστα. Βέβαια, όταν είσαι σε νεαρή ηλικία, βλέπεις τα πράγματα λίγο διαφορετικά. Μπορεί σε δέκα χρόνια, τελικά, να σου πω άλλα ονόματα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν· όσο κοινότοπο κι αν ακούγεται αυτό. Αλλά αυτοί που κυρίως με ταρακούνησαν και με έκαναν να νιώθω ευτυχία που επέλεξα να υπηρετήσω αυτή τη δουλειά, είναι η Αφροδίτη Μάνου, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Γιώργος Ανδρέου.
Γιατί ονόμασες την εκπομπή σου «Αδέσποτες Νότες»;
Το επίθετο αδέσποτες μπροστά από τις νότες δείχνει – ή, τουλάχιστον, θα ήθελα να δείχνει – ότι οι νότες, δηλαδή τα τραγούδια, από τη μια είναι μόνα τους στο δρόμο και μπορεί να σε κοιτάξουν με γουρλωμένα τα μάτια εκεί που περπατάς ανέμελος, ενώ, από την άλλη, έχουν την ελευθερία και τον αέρα ενός αδέσποτου πλάσματος που δεν έχει αφεντικό.
Αν σε έβαζαν – με το ζόρι – να επιλέξεις μεταξύ έντυπης δημοσιογραφίας και ραδιοφώνου, τι θα απαντούσες;
Η μεγάλη μου αγάπη είναι το ραδιόφωνο. Άλλωστε, από τον αέρα έγινε η πρώτη μου επαφή με το χώρο αυτό και μετά προσγειώθηκα στον κόσμο των εντύπων. Αλλά αυτή ακριβώς είναι η διαφορά των δύο ετούτων κόσμων. Στο ραδιόφωνο πετάς, ενώ στο έντυπο πατάς. Παρ’ όλ’ αυτά, το μεγάλο σχολείο στη δημοσιογραφία πιστεύω ότι είναι τα έντυπα. Τα είδα με καλύτερο μάτι όταν ήμουν στη σχολή δημοσιογραφίας και μέσα από αυτά έχω μάθει περισσότερα πράγματα. Τώρα, παράλληλα με το περιοδικό, υπάρχει και το ραδιόφωνο. Είμαι πολύ ευτυχισμένος που καταφέρνω να πραγματοποιώ ένα από τα μεγαλύτερα όνειρά μου.
Τον ακούτε καθημερινά 21.00-23.00, στην εκπομπή «Αδέσποτες Νότες».