Δεν τολμώ να ξεμυτίσω για μια βόλτα στο κέντρο μίας ξένης πόλης

Δεν τολμώ να ξεμυτίσω για μια βόλτα στο κέντρο μίας ξένης πόλης
Ακολουθήστε μας στο Google news

«Θα μας πάρει καμιά βδομάδα να συνέλθουμε στο Βερολίνο από τον οχετό που εισέβαλε εδώ για Σαββατοκύριακο», μου έγραψε στο Twitter ένας Έλληνας φόλοουερ, κάτοικος Βερολίνου.

28 Μαΐου 2024

 

Του Νίκου Παπαδογιάννη (Documento, newsletter)

Εμένα ακόμη περισσότερο. Δεν σας κρύβω, ότι μέχρι και το πρωινό της μέρας αναχώρησης σκεφτόμουν να ακυρώσω το ταξίδι (παρά το κόστος), αφού η εξαγωγή μίσους και η διάχυτη απειλή μου προκαλούσαν αποστροφή και δυσανεξία. Γιατί να το κάνω αυτό στον εαυτό μου; Τελικά πήγα στο Βερολίνο (διότι «δεν θα μου κάνουν εμένα κουμάντο οι βάρβαροι») και το μετάνιωσα.

Παρασκευή βράδυ και Κυριακή βράδυ, δύο φορές μέσα στο ίδιο γουίκεντ, περάσαμε 5-6 ώρες στο γήπεδο του Βερολίνου με τα αυτιά βουλωμένα, για να μην ακούμε ποιανού η μάνα πηδιέται στο λιμάνι και ποιανού παίρνει πίπες στου Φιλοπάππου. «Πουτάνας γιοί Παναθηναϊκοί», «πουτάνας γιοι Ολυμπιακοί». Άλλο τίποτε δεν ακουγόταν στην από δω μεριά της μεγαλόπρεπης Uber Arena. Σαν να είχε ανοίξει ο απόπατος, για να ξεχυθεί στις Ευρώπες σύσσωμη η καφροσύνη της νεοελληνικής αθλιότητας.

Το κακό με όσους έχουμε εργαστεί στην τηλεόραση ή βγάζουμε το προσωπάκι μας σε ιστοσελίδες είναι ότι οι φανατικοί και οι χαπακωμένοι ξέρουν τη φάτσα μας. Σε ποιον θα βγάλουν το άχτι τους όταν έχουν άχτι; Μα ναι, στον δημοσιογράφο που «δεν τα γράφει και δεν τα λέει». Στο εύκολο και ευάλωτο θύμα, που δεν προστατεύεται από σκύλαρους. Πάει να πει, ταξιδεύω για να καλύψω αγώνες μπάσκετ και δεν τολμώ να ξεμυτίσω για μια βόλτα στο κέντρο μίας ξένης πόλης (ή στα πέριξ του γηπέδου), για το φόβο του κακού συναπαντήματος με πατριωτάκια καλόπαιδα. Τουλάχιστον έτσι με βρίζουν μόνο διαδικτυακά.

Μπάσκετ, του χρόνου πάλι. Ή ίσως όχι. Εάν προκριθούν ξανά δύο ελληνικές ομάδες, δεσμεύομαι δημόσια ότι θα μείνω πίσω στην Αθήνα.