ΝΙΚΟΣ ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ: ΚΑΙ ΒΟΥΝΑ ΝΑ ΕΒΑΖΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ, ΕΓΩ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝΑ.

ΝΙΚΟΣ ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ: ΚΑΙ ΒΟΥΝΑ ΝΑ ΕΒΑΖΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ, ΕΓΩ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝΑ.
Ακολουθήστε μας στο Google news

Η τελευταία του συνέντευξη στο e-tetRadio

24 Ιουλίου 2013


Αναδημοσιεύουμε σήμερα που ο Νίκος Μαμαγκάκης έφυγε από τη ζωή τη συνέντευξη που έδωσε στο e-tetRadio την Παρασκευή 25 Μαϊου 2012.


Ο Νίκος Μαμαγκάκης είναι χωρίς αμφιβολία ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες. Το μέγεθος του έργου του αλλά και η πολυμορφία που το διέπει αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Ο σπουδαίος αυτός συνθέτης έχει διακριθεί στα περισσότερα είδη της μουσικής σύνθεσης. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τις τεράστιες κινηματογραφικές του επιτυχίες; Το καινοτόμο «Κέντρο διερχομένων»(δίσκος σταθμός για την ελληνική δισκογραφία), με τις πρωτοποριακές, για την εποχή του, ενορχηστρώσεις; Τον Ερωτόκριτο και την Ερωφίλη, τις σπουδαίες αυτές λαϊκές όπερες; Την avant garde και ατονική μουσική του; Ο Νίκος Μαμαγκάκης παραμένει ενεργός και δραστήριος. Ετοιμάζει δύο παραστάσεις: Μία για το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, που θα παρουσιαστεί στις 10 Νοεμβρίου, με περιεχόμενο τους ποιητές που έχει μελοποιήσει και μία για το Ηρώδειο με περιεχόμενο μια ανθολογία τραγουδιών του. Αφορμή για τη συζήτησή μας στάθηκε η δουλειά του πάνω στην Οδύσσεια του Ομήρου σε μετάφραση Γιώργου Ψυχουντάκη. Είπαμε όμως και άλλα πολλά και ενδιαφέροντα. 

Διαβάζοντας ένα βιογραφικό σας, διαπίστωσα ότι από πολύ μικρός ήρθατε σε επαφή με τη μουσική, σε εποχές δύσκολες μάλιστα, που η μουσική και οι μουσικοί ίσως να μην ήταν και τόσο αποδεκτή και αποδεκτοί από τον κοινωνικό περίγυρο ή το οικογενειακό περιβάλλον. Εκείνα τα χρόνια, συνήθως, οι γονείς απαγορεύανε στα παιδιά τους να ασχοληθούν με τη μουσική. Εσείς πως μπορέσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική από τόσο μικρός; Δεν είχατε αντιρρήσεις από το οικογενειακό σας περιβάλλον;

Η οικογένειά μου ήταν μουσική. Υπάρχει ένα όνομα στη λαϊκή μουσική της Κρήτης που λέγεται «Ανδρέας Ροδινός». Ο μεγαλύτερος λυράρης που γέννησε ο κόσμος. Αυτουνού η μάνα του κι ο πατέρας μου ήταν αδέρφια. Τα επίθετα που μεταχειρίστηκε κατά καιρούς η οικογένειά μου ήτανε «Βιολάκης» και «Λυράκης». Έχει μια  παράδοση πολλών χρόνων αυτή η μουσική οικογένεια. Ο πατέρας μου υπήρξε μέγας παίχτης του μπουλγαρί. Έπαιζε ένα πάρα πολύ ωραίο μπουλγαρί. Εκείνος έμαθε και τον Ανδρέα Ροδινό να παίζει διάφορους σκοπούς στο μαντολίνο. Από εκεί προέρχεται όλο αυτό. Όταν πέθανε ο Ροδινός το 1934 ήμουνα πέντε χρονών. Παιδί κανονικό. Θυμάμαι τα πάντα. Εκείνο που θυμάμαι ξεκάθαρα ήταν η κηδεία του, που μας έντυσε η μάνα μου με μαύρες ποδιές και μας ανέβασε σε κάτι καρέκλες γιατί το σπίτι μας έβλεπε στον περίβολο της εκκλησίας που θάφτηκε ο Ροδινός. Τα θυμάμαι έντονα αυτά. Με σημαδέψανε. Άσε που αυτός ήταν ένας θεϊκός άνθρωπος. Ήταν όμορφος, ήταν ευφυής ο καλύτερος μαθητής του γυμνασίου. Έπαιζε Βιβάλντι με τη λύρα και έπαιζε και όλα τα repertoires (ρεπερτόρια) της εποχής εκείνης. Γεννήθηκα μέσα στη μουσική λοιπόν και δε μπορούσε κανένας να μου εναντιωθεί. Παρόλα αυτά ο πατέρας μου, μου έλεγε να μη γίνω μουσικός. Επειδή για επαγγελματικό προσανατολισμό τότε το φοβόντουσαν οι άνθρωποι. Η μουσική δεν έδινε διεξόδους. Αλλά εμένα και βουνά να μου έβαζες μπροστά μου, εγώ μουσικός θα γινόμουνα. Πολλές φορές πάντως αναρωτήθηκα αν θα μπορούσα να έκανα κι άλλα πράγματα, γιατί ήμουν στοιχειωδώς ευφυής.

Και πως ξεκίνησε η σπουδή σας πάνω στη μουσική;

Ξεκίνησα κάνοντας όργανα, τα οποία συνεχίζω μέχρι τώρα. Έχω κάνει 5-6 όργανα τα οποία είναι πάρα πολύ αξιόλογα κατά τη γνώμη μου. Έχω κάνει και μια πατέντα με το διπλό αυλό. Που μπορείς να παίζεις ταυτόχρονα δύο αυλούς. Αυτή η πατέντα βρέθηκε για πρώτη φορά από εμένα. Έψαξα σε όλα τα sites φλαουτοκατασκευαστών στον κόσμο και πουθενά δεν βρήκα κάτι παρόμοιο. Νομίζω ότι αν το εξελίξω θα μπορέσει να γίνει ένα αξιόλογο όργανο. Παίζει δώδεκα φθόγγους δεξιά και δώδεκα αριστερά. Και όσον αφορά στο θέμα του ηχοχρώματος, αυτό εξαρτάται από το υλικό κατασκευής. Από την άλλη μεριά έχω φτιάξει ένα όργανο που το λέω το «ραβδί του ραψωδού». Έχω κάνει ένα άλλο που το λέω «ταλαντόφωνο». Έχω κάνει μια προσπάθεια να αναπαράξω την πανδουρίδα. Της έχω βάλει βέβαια εγώ έξι χορδές και την κουρδίζω σαν κιθάρα, αλλά ένα όργανο φτιάχνεται για να παίζεται. Δεν του κάνεις ένα μπερδεμένο κούρδισμα για να μη μπορεί να το παίξει κανείς. Έτσι, για να συνεχίσω την αφήγησή μου, γράφτηκα σαν παιδί στη μπάντα του δήμου και άρχισα να παίζω πνευστά όργανα. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, διότι τα πνευστά είναι ...

Βέβαια. Τα πνευστά έχουν διαφορετικά κουρδίσματα, διαβάζουν σε διαφορετικά κλειδιά.

Αν θες να αποκτήσεις mtier (επάγγελμα) πρέπει να μάθεις πνευστά.

Κάποια στιγμή στην πορεία, φτάσατε να κάνετε σπουδές και στο εξωτερικό.

Έως τότε έκανα μαθήματα με διάφορους δασκάλους αυτοδίδακτους. Η γνώση τότε ήταν ακριβή. Δεν ήταν εύκολο να την αποκτήσεις. Έπρεπε να έχεις λεφτά. Στη συνέχεια ήρθα στην Αθήνα, τελείωσα τα ωδεία και ό,τι άλλο μπορούσα να τελειώσω σε επίπεδο πτυχίου και επέστρεψα στο Ρέθυμνο όπου και διορίστηκα σαν αρχιμουσικός της μπάντας και καθηγητής στο ωδείο και στο γυμνάσιο. Επειδή με «έτρωγε» βαθιά μέσα μου αυτή η μανία να μάθω, παράτησα σε ένα χρόνο όλα αυτά τα πράγματα και έφυγα για τη Γερμανία. Πήγα στην Ακαδημία του Μονάχου, στον Carl Orff, με πάρα πολύ δύσκολες εισαγωγικές εξετάσεις. Δεν μπορούσες να μπεις αν δεν ήξερες πολλά πράγματα. Αυτοί είχαν τότε ένα concept (σκεπτικό) που έλεγε: εάν ο υποψήφιος δεν προαλείφεται ότι θα γίνει ένας επαγγελματίας που θα κερδίζει τη ζωή του από αυτή τη δουλειά, δεν τον δεχόμαστε. Και είχανε και δίκιο. Διαφορετικά γίνονται δυστυχισμένοι οι άνθρωποι. Βλέπεις εδώ, στην Ελλάδα, τα περισσότερα πόστα τα έχουν καρεκλοκένταυροι δίχως την κατάλληλη υποδομή. Και αυτοί μάλιστα εμποδίζουν τους άλλους. Ξέρω ανθρώπους που ήτανε στην ΕΡΤ. Εκμεταλλευόντουσαν τη θέση τους μέχρι δακρύων, μέχρι εξαπάτησης, εμποδίζοντας ανθρώπους ταλαντούχους. Έχει σημασία όλο αυτό θα μου πεις; Έχει μεγάλη σημασία. Σε ό,τι αφορά στη μουσική, έχουν αδικηθεί πολύ μεγάλα ταλέντα και έχουν ευνοηθεί άνθρωποι καταφερτζήδες. Αυτό έχω να πω. Πρέπει να πω όμως και την αλήθεια, ότι αν ένας άνθρωπος είναι πολύ ταλαντούχος κανένας δε μπορεί να τον εμποδίσει.

Αυτο πιστεύω κι εγώ.

Έτσι είναι. Παίρνω το παράδειγμα του κακορίζικου του Σκαλκώτα, ο οποίος πέθανε σχεδόν από την πείνα. Ενώ είχε κήλη και έπρεπε να εγχειρισθεί, κρατούσε τα χρήματά του μήπως χρειαστούν εν όψει της γέννησης του πρώτου του παιδιού. Το αποτέλεσμα ήταν ότι υποτροπίασε η κήλη και πέθανε. Ο Σκαλκώτας είναι για μένα ένας πάρα πολύ μεγάλος συνθέτης. Ένα πολύ μεγάλο ταλέντο. Ο Μητρόπουλος, ο Σκαλκώτας, αυτοί ήτανε γεννημένοι με το material (υλικό). Δεν είχανε ανάγκη να μάθουνε. Ακούγανε από τη μάνα τους, από τα γεννητσάτα τους. Αυτοί είναι οι μεγάλοι άνθρωποι.

Ποια ήταν η σχέση της γερμανικής μουσικής παιδείας και εκπαίδευσης με την αντίστοιχη ελληνική, όπως τις βιώσατε και ως μαθητής και ως δάσκαλος;

Καμία σχέση. Εδώ υπήρχε ένα βιβλίο για την αρμονία, του Μανόλη Καλομοίρη Οικονομίδη, το οποίο ήταν ένα σαχλό βιβλίο. Έλεγε ότι οι πέμπτες μοιάζουνε με νερά. Ποια νερά; (γέλια) Μπούρδες. Πήγα στο Μόναχο και επί δύο εβδομάδες έφευγα καθημερινά με δύο τσάντες γεμάτες βιβλία για την Αρμονία. Τα έβαζα κάτω και τα σύγκρινα. Τι λέει ο ένας για την Τρίτη βαθμίδα και τι λέει ο άλλος. Αν δεν το έχεις αυτό, μπορείς να μάθεις; Εδώ υπήρχε ένα βιβλίο μόνο, το οποίο μάλιστα δεν το είχα. Εκεί που έκανα μάθημα όμως, στο Ελληνικό Ωδείο, ο δάσκαλος τα είχε κάνει συνταγές και σου έδινε, π.χ. την πρώτη εβδομάδα η σύνδεση Τρίτης βαθμίδας με Τετάρτη βαθμίδα. Αυτή ήτανε η σύγκριση. Συν τοις άλλοις δε μπορούσες και να ακούσεις τίποτα. Εγώ άκουσα Στραβίνσκυ, όταν μου έδωσε ο Μάνος Χατζιδάκις που τον είχε δανειστεί από την ελληνοαμερικανική ένωση. Άλλα πράγματα, άπιαστα. Αυτή ήτανε η διαφορά.

Με αφορμή αυτό που είπατε για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην ακαδημία του Μονάχου, όπου δεχόντουσαν μόνο όσους είχαν την προοπτική να ζήσουν από αυτή τη δουλειά, θα ήθελα να σας ρωτήσω για τη σχέση της τέχνης με το βιοπορισμό. Κατά πόσον μπορεί η τέχνη να παραμένει ανεπηρέαστη όταν αποτελεί το κύριο και μοναδικό μέσο βιοπορισμού ενός δημιουργού; Πόσο συχνά ένας δημιουργός μπορεί να οδηγηθεί σε εκπτώσεις στο έργο του, προκειμένου να βιοποριστεί από αυτό;

Γνώμη μου είναι ότι οι συμβατικότητες αυτές μπορούν να γίνονται από τους δημιουργούς χωρίς την παραμικρή τύψη. Αν οι δημιουργοί είναι πραγματικοί δημιουργοί, δεν πειράζει. Ας κάνουνε και καμία μπούρδα. Του Μπετόβεν τα έργα είναι όλα καλά; Υπάρχουν έργα του κυρίου Μπετόβεν που δεν ακούγονται. Κάνει αυτό το Μπετόβεν να μην είναι ο μέγας συνθέτης των κουαρτέτων; Δεν έχει να κάνει αυτό. Αρκεί να μη γίνεται κατ εξακολούθηση. Ολίγος συμβιβασμός στη ζωή δεν είναι κακός. Περισσότερο ασυμβίβαστοι από τους νεκρούς δεν υπάρχουν. Πλήρης ακαμψία. Οι άνθρωποι πρέπει να είναι και λίγο στριφογυριζάμενοι. Θα ήταν βαρετό να ήμασταν αλλιώς. Αυτές οι μονολιθικότητες και οι δογματισμοί δεν οδηγούν πουθενά. Αυτές κάνουνε τον κόσμο να υποφέρει. Οι γνώμες υπάρχουν για να μπορούν να αλλάζουν.

Υπάρχει και ένα παλαιό ρητό που λέει ότι ο άνθρωπος που δεν αλλάζει γνώμη είναι ηλίθιος.

Ορίστε λοιπόν.

Έχετε μελοποιήσει πολλούς ποιητές...

Έχω μελοποιήσει όλη την κρητική γραμματεία κατ αρχήν. Όταν λέω όλη, εννοώ όλη. Και το κρητικό θέατρο. Έχω κάνει δύο όπερες από το κρητικό θέατρο, την Ερωφίλη μου και τον Ερωτόκριτό μου. Για μένα, οι δύο αυτές όπερες είναι οι μόνες ελληνικές όπερες που παιχτήκανε και είχανε και μια fonction (λειτουργία). Τον Ερωτόκριτο τον πρωτόπαιξα πριν από 40 χρόνια στη Ρωμαϊκή Αγορά στα πλαίσια της Αθήνας ως πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ήταν από τις πρώτες λαϊκές όπερες με σύγχρονο προσανατολισμό και είχε μια λειτουργία. Την κατάλαβε ο κόσμος. Ήρθε προ ημερών εδώ ο διευθυντής της Λυρικής Σκηνής για να κουβεντιάσουμε το ανέβασμα του Ερωτόκριτου, μιας όπερας που γράφω εδώ και 40-50 χρόνια. Ψέματα λέω, εδώ και 60 χρόνια τη γράφω συνεχώς. Ήρθε εδώ λοιπόν, πήρε τα cds...

Μιλάτε για τα cds που εκδίδεται ο ίδιος με το label «Ιδαία»;

Ακριβώς. Τα έχω εκδώσει όλα αυτά και αυτό είναι ένα αντικείμενο κουβέντας. Έχω εκδώσει 70 cds μόνος μου με ένα label. Στα ηχογραφήματα αυτά παίζουν οι μεγαλύτεροι μουσικοί της Ελλάδας. Πάνω από 20 χρόνια δουλειάς.

Πείτε μου τη συνέχεια της ιστορίας με την επίσκεψη του διευθυντή της Λυρικής.

Πέρασε ένας μήνας, δε μου έστειλε καμία απάντηση. Του έγραψα λοιπόν ένα γράμμα λέγοντας ότι δεν επιθυμώ, μεσούσης της κρίσης και στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, να επιδοθείτε σε καμία ενέργεια σε ό,τι αφορά το έργο μου και  το άτομό μου. Δεν ήθελα να μπω σε αυτή τη διαδικασία. Να σκοτωθώ καλύτερα. Εκείνος έπρεπε να έρθει εδώ και να με παρακαλεί να ανεβάσει το έργο αυτό. Γιατί τα έργα αυτά ανεβήκανε με δικές μου πρωτοβουλίες και κάνανε δουλειά. Ήρθε ο κόσμος και τα άκουσε. Πολύς κόσμος. Αυτός δεν όφειλε να έρθει να το πάρει και να το ανεβάσει; Τι ανεβάζει; Τις μπούρδες του Gounod. Με συγχωρείτε, μεγάλος συνθέτης, υποκλίνομαι, αλλά δε μου καίγεται καρφί για το Gounod. Δεν έχει να κάνει με συγκρίσεις. Εγώ είμαι ο ελάχιστος, ο χειρότερος, αλλά ρε παιδί μου για να αναπτυχθεί ένας τόπος πρέπει να υπάρξουνε όλα αυτά τα παράλληλα συμβάντα. Πρέπει να υπάρχουν αυτές οι αλυσιδωτές αντιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων, πρέπει να υπάρχει αυτή η επαφή μεταξύ μουσικών, συνθετών και ακροατών. Διαφορετικά δε μπορεί να αναπτυχθεί. Ο κάθε καρεκλοκένταυρος φροντίζει να κάνει ένα «μπαμ». Δεν είναι το «μπαμ» το θέμα.

Και για αυτό το λόγο στείλατε την επιστολή;

Ναι. Γιατί θα έπρεπε από εδώ και πέρα εγώ να γίνω σκλάβος αυτουνού. Θα έπρεπε να τον παίρνω τηλέφωνο και να τον ρωτάω τι θα γίνει. Θα πάω να σκοτωθώ καλύτερα. Δε με ενδιαφέρουν όλα αυτά. Άλλωστε από αυτά έχω χορτάσει. Από μεγάλες ορχήστρες στη ζωή μου... Ό,τι ήθελα να το ανεβάσω το ανέβασα με δική μου πρωτοβουλία. Ο Ερωτόκριτος ήταν παραγγελία του δήμου Ηρακλείου και αυτού του σπουδαίου δημάρχου Καρέλλη. Τον παίξαμε εκεί, τον παίξαμε στη Σητεία, τον παίξαμε στη Ρωμαϊκή Αγορά. Πούλησε σαν δίσκος πάρα πολλές χιλιάδες αντίτυπα, όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1963.

Στην περίοδο αυτή που διανύουμε, συχνά, ακούγονται διαμαρτυρίες για την  απουσία των πνευματικών ανθρώπων. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Μέχρι που «οφείλουν» οι πνευματικοί άνθρωποι ενός τόπου να είναι παρόντες και με ποιους τρόπους;

Δεν έχουνε οι πνευματικοί άνθρωποι τρόπους για να επεμβαίνουνε. Το πολύ πολύ να μαζευτούνε και να κάνουνε μια διαμαρτυρία. Αυτοί που μπορούνε να επεμβαίνουνε είναι οι φαρμακοποιοί, που κάθε τόσο βγαίνουνε στο δρόμο και καταφέρονται και ζητούνε και διεκδικούνε. Μπορώ εγώ, σαν συνθέτης, να βγω να διεκδικήσω τίποτα; Δε μου δίνει κανείς καμία σημασία. Οι ταξιτζήδες και οι φορτηγατζήδες μπορούν. Σε αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών. Αυτοί πετυχαίνουν ό,τι θέλουν. Κατεβάζουν στους δρόμους τα φορτηγά και τελειώνει το θέμα.

Με το έργο σας όμως; Μπορούν οι πνευματικοί άνθρωποι να είναι παρόντες ή και να εμπνέουν μέσω του έργου τους;

Με αυτό, έτσι κι αλλιώς. Το έργο όμως δεν επενεργεί τόσο άμεσα όσο τα φορτηγά. Επενεργεί μακροχρόνια, αλλά όχι άμεσα. Εκεί είναι το πρόβλημα. Αυτά είναι λυμένα θέματα. Το ποια είναι δηλαδή η επενέργεια της τέχνης. Η τέχνη είναι ζωή. Είναι το παν. Αλλά στη μικροστρουκτούρα της ζωής, αυτά που μετράνε είναι όσα έχουν άμεση επίδραση.

Έχετε μελοποιήσει ποίηση. Έχετε κάνει μουσικές για τον κινηματογράφο και το θέατρο. Σας αρέσει η σχέση και ο συνδυασμός της μουσικής με άλλες τέχνες;

Αυτό γίνεται a priori. Πιστεύω ότι ο ήχος και η λέξη παντρευτήκανε αμέσως, αυτόματα. Με το που υπήρξε ζωή και άνθρωποι τραγουδήσανε και τραγουδήσανε λέξεις. Λέξεις ή επιφωνήματα, σε κάθε περίπτωση γλώσσα, λογοτεχνία. Αυτό είναι δοσμένο. Από εκεί και πέρα και ξεχωριστά έχουνε την ίδια αυθυπαρξία. Η μουσική σαν γλώσσα έχει μια δική της αυτονομία και μια δική της αυτοεξήγηση, δεν χωράει καμία αμφιβολία για αυτό. Έπειτα, και έντεχνα, έγιναν πάρα πολλές προσπάθειες από τους δημιουργούς για τη συνεργασία των τεχνών, όπως είναι το γενικό έργο. Αυτά είναι ήδη και επιστημονικά και ψυχολογικά και ιστορικά τεκμηριωμένα. Αυτό δεν εμποδίζει το να μπορείς να ακούσεις ένα αυτόνομο μουσικό έργο από μια μεγάλη ορχήστρα ή ένα σόλο μουσικό όργανο και να λυτρωθείς και να ευχαριστηθείς, όπως δεν εμποδίζει και το να μπορείς να διαβάσεις ένα ποίημα. Ο συνδυασμός αυτός όμως είναι καλός και από αυτόν προκύπτει και η υπόθεση τραγούδι, που θεωρείται και το σημαντικότερο μουσικό προϊόν του ανθρώπου.

Δεν είναι;

Είναι. Παρεμπιπτόντως να σου πω ότι εδώ και χρόνια οργανώνω, και θέλω να κάνω εδώ στην Ελλάδα, ένα παγκόσμιο κέντρο τραγουδιού. Κατά τον Παπαϊωάννου, η Ελλάδα έχει τα περισσότερα τραγούδια στον κόσμο. Από όλες τις χώρες του κόσμου. Και μια φωλιά του τραγουδιού δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Αυτό είναι η φιλοδοξία μου και θέλω, αν μπορέσω και αν μου δώσει ο Θεός ζωή, να το οργανώσω.

Μα νομίζω ότι το τραγούδι είναι ένα σημαντικότατο έργο τέχνης με σημαντικότατη λειτουργία. Ίσως να είναι λιγάκι παραμελημένο και λιγότερο αναγνωρισμένο από άλλες μουσικές φόρμες και είδη.

Παραμελημένο όχι. Έχει εμπορευματοποιηθεί όμως και εξ αυτού έχει παραχθεί και αρκετή μπούρδα. Υπάρχει όμως και αρκετή ουσία. Υπάρχουν πολύ καλά τραγούδια. Σε όλα τα είδη του τραγουδιού υπάρχουνε υπέροχα πράγματα και σπουδαίοι συνθέτες. Προσπαθώ λοιπόν για τη δημιουργία αυτού του κέντρου που θα έχει σαν σκοπό τη διαφύλαξη, την επανεκτέλεση και γενικά τη διάδοση του τραγουδιού. Και την ανταλλαγή μεταξύ των τραγουδιών των λαών, απαλλαγμένο από τους όποιους ιδιοτελείς εμπορικούς σκοπούς.

Αυτή η συζήτηση δημιουργεί και ένα ερώτημα σχετικά με το ρόλο και την κατάρτιση των σημερινών συνθετών σε σχέση με τους παλαιότερους. Εσείς, για παράδειγμα, είστε ένας συνθέτης με θεωρητική κατάρτιση. Έχετε κάνει θεωρητικά μαθήματα και ξέρετε να γράφετε στο πεντάγραμμο και να ενορχηστρώνετε. Αυτές οι ικανότητες είναι απαραίτητες προκειμένου κάποιος να χαρακτηρίζεται συνθέτης;

Συνθέτης δεν μπορείς να είσαι αν δεν έχεις κάνει τρανταχτή σπουδή. Μπορείς να είσαι ευκαιριακός τραγουδοποιός ή και σπουδαίος τραγουδοποιός και μόνο τραγουδοποιός και να υπηρετείς το τραγούδι, εάν ο Θεός σου έχει δώσει ένα χάρισμα σαν του Βασίλη Τσιτσάνη, σαν του Μπαγιαντέρα. Αλλά αυτοί δεν ήταν σε θέση να γράψουνε μια μουσική σύνθεση. Ο Τσιτσάνης μου έλεγε πάντα Νίκο έλα να ακούσεις ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα. Του έλεγα δεν έχεις ανάγκη εσύ από συμφωνική ορχήστρα. Υπήρξαν περιπτώσεις που τον έκανα κι έκλαιγε. Μου έλεγε μα γιατί. Να σου πω γιατί. Για να γράψεις ένα έργο για συμφωνική ορχήστρα πρέπει να έχεις τουλάχιστον 5.000 πληροφορίες και να τις έχεις ανά πάσα στιγμή έτοιμες, μπροστά σου. Το κλαρινέτο στη σολ, γράφεις ντο και ακούγεται σολ. Και αυτό για να το ξέρεις, πρέπει να ξέρεις ότι το κλαρινέτο σε αυτή την περιοχή δεν παίζει καθόλου. Αυτό που λέτε, λοιπόν, είναι σωστό. Οπόταν μιλάμε για έναν συνθέτη, μιλάμε για έναν άνθρωπο που θεραπεύει τη μουσική τέχνη, όπου η μουσική τέχνη είναι η τέχνη και η επιστήμη των ήχων. Ναι ή ου; Κατά ποία έννοια ο Χ που κρατάει μια ηλεκτρική κιθάρα είναι συνθέτης και καλλιεργεί τη μουσική τέχνη; Καλλιεργεί μόνο ένα τραγούδι και οι περισσότεροι από αυτούς καλλιεργούν ένα τραγούδι ξενόφωνο, κλωνοποιημένο. Οι περισσότεροι είναι λάτρεις συγκροτημάτων σαν τους Rolling Stones ή τους Beatles. Εμείς όμως, όπως αποδεικνύεται από την πληθώρα της παραγωγής των αυθεντικών συνθετών, κάναμε ένα δικό μας τραγούδι. Από τους τραγουδοποιούς ακούς ένα background που παραπέμπει σε ροκ τραγούδι. Εμένα αυτά με κάνουν να είμαι λιγάκι σκεφτικός.

Πρόσφατα, σε μια συνέντευξή του ο Διονύσης Σαββόπουλος, απαντώντας στην ερώτηση γιατί δεν έχει γράψει εδώ και χρόνια καινούργια τραγούδια, είπε ότι μπορεί και να μην έχει κάτι άλλο να πει ή κάτι άλλο να γράψει. Ότι ίσως να ήταν ως εδώ η δημιουργική του πορεία. Θέλω λοιπόν να σας ρωτήσω αν καταλαγιάζει ο δημιουργικός οίστρος με το πέρασμα των χρόνων.

Βέβαια. Όλα καταλαγιάζουν. Εκτός αν είσαι ο Βέρντι, ο οποίος  έγραψε το Φάλσταφ σε ηλικία 80 χρονών. Υπάρχουν ιδιοσυγκρασίες. Σε ό,τι αφορά το Σαββόπουλο, απάντησε σωστά. Τίμια. Ο Σαββόπουλος έχει μια ειλικρίνεια.

Εσείς γράφετε ακόμα;

Εγώ γράφω πάρα πολύ. Σαν τρελός γράφω. Και το καινούργιο project που δουλεύω τώρα είναι η Οδύσσεια του Ομήρου. Η Οδύσσεια του Ομήρου σε μετάφραση ενός λαϊκού Κρητικού αγράμματου εν ονόματι Γιώργου Ψυχουντάκη, ο οποίος μετέφρασε και την Ηλιάδα και την Οδύσσεια στην κρητική ντοπιολαλιά και στα μέτρα του Ερωτόκριτου. Έχει επιτύχει ιδιαιτέρως. Ο μέγας φιλόλογος Αλεξίου λέει ότι όποιος μετάφραζε Όμηρο πριν από τον Ψυχουντάκη δεν ήξερε τι μετάφραζε. Συμπεριλαμβάνει και τον Κακριδή και τον Καζαντζάκη μέσα σε αυτό. Αν διαβάσεις τις μεταφράσεις των άλλων δεν βρίσκεις άκρια. Αν διαβάσεις τη μετάφραση του Ψυχούντα θα διαπιστώσεις ότι έχει την ίδια επενέργεια που έχει και το αρχαίο κείμενο.

Και αυτό το έργο σας σε ποιο στάδιο βρίσκεται;

Έκανα το λιμπρέτο κατ αρχήν. Το να κάνεις ένα λιμπρέτο από τις 24 ραψωδίες της Οδύσσειας είναι τρομακτικά δύσκολο πράγμα. Τώρα αρχίζω και τα τραγουδάω σιγά σιγά. Περιέχει πολλά πράγματα μέσα. Έχει έξι μεγάλα κομμάτια για συμφωνική ορχήστρα που θεωρώ ότι είναι από τα καλύτερα που έχω κάνει. Έχει όλων των ειδών τις εκφάνσεις της εκφοράς του λόγου, από τραγουδήματα όλων των ειδών, μέχρι μιλήματα, ψελλίσματα και ό,τι μπορεί να εκφέρει το ανθρώπινο λαρύγγι. Ελπίζω τα Χριστούγεννα που θα μας έρθουν να μπορώ να παρουσιάσω κάτι. Όλη η ιστορία εδράζεται στο εξής: δεν έκανα πολλά πράγματα για το έργο μου και μόνο αν σκεφτείς ότι έχω κάνει τις περισσότερες και μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου. Έγινε ένα γκάλοπ και βγάλανε τα δύο καλύτερα τραγούδια του ελληνικού κινηματογράφου από στάσεως. Το ένα ήταν «Τα παιδιά του Πειραιά» του Χατζιδάκι και  το άλλο ήτανε το δικό μου «Η αγάπη θέλει δύο» με τη Βουγιουκλάκη. Αυτό είναι σημαντικό, δεν είναι κάτι μικρό. Με ρωτάνε καμιά φορά αν ακούγεται η μουσική μου. Απαντώ, λοιπόν, ότι η μουσική μου ακούγεται κάθε μέρα στα ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις. Έτυχε τις προάλλες να παίζεται στην τηλεόραση «Η νεράιδα και το παλικάρι» με τη Βουγιούκλω. Την αείμνηστη Αλίκη που ήτανε σπουδαία. Μην φανταστείς ότι ήτανε εύκολο να δουλεύεις μαζί της και με το Φίνο. Θέλανε πράγματα συγκεκριμένα και ξέρανε πως τα θέλανε. Έστησα λοιπόν το αυτί μου ύστερα από τόσα χρόνια που τα έχω γράψει και άκουγα τη μουσική της ταινίας. Βρίσκω λοιπόν πως είναι πολύ συμπαθητικά πράγματα. Παρόλο που έχω γράψει κι άλλα πράγματα και πολύ τρελά. Υπάρχει μια κριτική στους Times της Νέας Υόρκης για το Heimat, αυτό το μεγάλο σήριαλ που είχα κάνει στη Γερμανία, και γράφει για μένα πράγματα που ντρέπεσαι να τα διαβάσεις. Αν είχε κανένας άλλος ένα αντίστοιχο δημοσίευμα θα το κρατούσε φανάρι για να τρέχει μέρα νύχτα και να διεκδικεί τα δίκια του. Εμένα όμως δε με ενδιαφέρουν αυτά τα πράγματα. Εμένα με ενδιαφέρει μπας και στριμώξουμε καμία στιγμή και γράψουμε κανένα καλό πράγμα. Θα μου πεις, τι είναι το καλό πράγμα; Έκανα ένα διπλό cd με ένα έργο που το λέω «τα τραγούδια της Παράδεισος». Τι είναι; Ό,τι έκανε ο Σκαλκώτας με τους χορούς του, το έκανα εγώ με τα ρεμπέτικα. Θα σου βάλω να ακούσεις ένα πραγματάκι τόσο δα. Θέλεις;

Αμέ.

Στο σημείο αυτό το έκλεισα το κασετοφωνάκι μου. Ο Νίκος Μαμαγκάκης βάλθηκε να με ξεναγήσει στα «τραγούδια της Παράδεισος» με ορμή και πάθος εφήβου. Μαγεύτηκα. Αναζητείστε το δίσκο αυτό. Μια σπουδαία δουλειά του Νίκου Μαμαγκάκη πάνω στο ρεμπέτικο τραγούδι με εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις και παραλλαγές θεμάτων για συμφωνική ορχήστρα.