Αυτό είναι το «Μαμά γερνάω»

Αυτό είναι το «Μαμά γερνάω»
Ακολουθήστε μας στο Google news

Dream team, Κραουνάκης, Νικολακοπούλου, Τσανακλίδου.

31 Αυγούστου 2018

Του Παναγιώτη Χαραλαμπάκη

«Την Πέμπτη 19 Μαΐου 1988
και ώρα 1 το μεσημέρι σας καλούμε στο STUDIO SIERRA
Μεσογείων 99, για να σας παρουσιάσουμε
τον καινούργιο μας δίσκο
Παρακαλούμε να μην το ξεχάσετε.
“Μαμά γερνάω”
Σταμάτης-Λίνα-Τάνια

Υ.Γ. ή κατά κόσμον… ΚΡΑΟΥΝΑΚΗΣ-ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ-ΤΣΑΝΑΚΛΙΔΟΥ»

Έτσι έλεγε η καρτ ποστάλ που έστειλαν τότε οι τρεις τους για να προσκαλέσουν τους δημοσιογράφους στην παρουσίαση του δίσκου. Και ποντάρω πως κανείς δε το ξέχασε. Βέβαια τότε ακόμα το ελληνικό τραγούδι αφορούσε και ένας νέος δίσκος ήταν πάντα ένα γεγονός. Πάντως ότι τα τελευταία χρόνια ο συγκεκριμένος δίσκος και μερικοί ακόμη επανακυκλοφορούν από τις εταιρείες τους, παρόλη την κατάρρευση της δισκογραφίας, είναι κάτι αν μη τι άλλο θετικό. Και μιλάμε για ένα δίσκο ο οποίος όταν είχε κυκλοφορήσει δεν είχε σημειώσει σημαντικές πωλήσεις. Μάλιστα στέλεχος της CBS έλεγε τότε πως «τα σουξέ πρέπει να τα κράτησαν για το δίσκο με την Πρωτοψάλτη». Τόσα ήξερε, τόσα έλεγε κι αυτός. Αυτό που φοβάμαι είναι πως το στέλεχος αυτό δεν θα ήταν κάποιος απ’ τους λογιστές της εταιρείας.

Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η δεκαετία του ‘80 είναι μια δεκαετία που αν εξαιρέσουμε τη στροφή του Δήμου Μούτση στην τραγουδοποιοία στις αρχές της, και το δισκογραφικό ντεμπούτο των αδελφών Κατσιμίχα ‘85, δεν μας επιφυλάσσει άλλες ευχάριστες εκπλήξεις. Βρισκόμαστε λοιπόν στο 1986. Την προηγούμενη χρονιά είχε κυκλοφορήσει το «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ» και ήδη στα μουσικά δρώμενα πνέει ένας νέος αέρας διότι πέραν της επιτυχίας του δίσκου, η Λεωφόρος ‘Α -η πρώτη παράσταση που ετοίμασαν Κραουνάκης και Νικολακοπούλου και συμμετείχαν Πρωτοψάλτη και Αρβανιτάκη- δείχνει να χαίρει της αποδοχής του κόσμου. Σε βαθμό μάλιστα που αυτή «φόρα» τους έδειχνε να ενοχλεί το σινάφι. Στην Λεωφόρο Α’ δόθηκε εκ νέου το δικαίωμα στον κόσμο να διασκεδάζει ακούγοντας καλά τραγούδια. Είναι η στιγμή που ο Κραουνάκης παραμερίζει τον Χατζιδάκι μέσα του και δίνει χώρο στον Ζαμπέτα. Και δεδομένου ότι είναι μια από τις ελάχιστες φορές που ο όρος μουσική παράσταση στην Ελλάδα δε σημαίνει απλά συναυλία που το κοινό είναι καθιστό, στο δικό μου μυαλό μία επί σκηνής συνεργασία του Σταμάτη και της Λίνας με την Τάνια Τσανακλίδου ήταν θέμα χρόνου. Η Τσανακλίδου εξάλλου είναι μία από τις κατεξοχήν θεατράλε ερμηνεύτριες του ελληνικού τραγουδιού. Ότι πρέπει δηλαδή γι’ αυτό που ζητούσαν Σταμάτης και Λίνα εκείνη τη στιγμή. Και έτσι ακριβώς είχε συμβεί.

Οι τρεις τους είχαν αρκετές φορές συζητήσει μία ενδεχόμενη συνεργασία. Η οποία όμως δεν προέκυπτε. Κάποιος θα έλεγε μάλιστα πως ο θάνατος της μητέρας της Τάνιας Τσανακλίδου το ‘86 θα καθυστερούσε ακόμα περισσότερο αυτή τη συνεργασία. Τα πρώτα δείγματα πάντως αυτό έδειχναν. Ποιος να φαντάζονταν άλλωστε πως η Λίνα Νικολακοπούλου θα κατάφερνε να ξεκλειδώσει στιχουργικά τη σχέση μάνας-κόρης χωρίς να λαϊκίσει μπροστά στην ανάγκη της Τάνιας να τραγουδήσει για την μάνα της. Ας μου επιτρέψει το στέλεχος της CBS, αλλά εδώ μιλάμε για οριακό τραγούδι. Αισθάνομαι ότι μόνο στο ρεφρέν σηκώνει κεφάλι ο Κραουνάκης. Εκεί που το «Μαμά γερνάω» γίνεται αβίαστα «γερνάω μαμά». Σε όλο το υπόλοιπο κομμάτι η Λίνα μας παίρνει το σκαλπ. Κατ΄ αρχήν με τις ρίμες της. Για όλους αυτούς που βαρέθηκαν τα «χέρια» πλάι με τα «μαχαίρια» -ή τα «αστέρια»- οι ρίμες της Λίνας είναι σαν παιχνίδι. Ακούς το τραγούδι κι αναρωτιέσαι που είναι κρυμμένο το επόμενο τερτίπι της. Και κάθε φορά σε πιάνει απροετοίμαστο. «Όλα» και «κόκα κόλα». Μάλιστα. Κι άλλα πολλά που δικαιολογημένα την έχρησαν σλογκανίστα του ελληνικού τραγουδιού. Χαρακτηριστικό είναι πως η δική μου γενιά, που όταν γράφτηκαν τα τραγούδια ήταν αγέννητη, έμαθε εκ των υστέρων ότι ατάκες όπως το «Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια» κ.α. προέρχονται από στίχους της. Και πράγματι η Λίνα Νικολακοπούλου ξέρει να ξεφλιστράει απ’ τις δυσκολότερες ρίμες. Και συνήθως ξεγλιστράει θεαματικά. Αλλά δεν είναι αυτή η μοναδική της πτυχή.

Μεταφέρω αυτούσιο ένα τρίστιχο:

«Και κοίτα ένα μυστήριο
του κόσμου το κριτήριο
πως μοιάζουμε μου λέει σαν δυο σταγόνες»

Εδώ η στιχουργός -ενδεχομένως και άθελά της- παρακάμπτει τη σχέση μάνας-κόρης και γίνεται καθολική. Πάνω σ’ αυτό το τρίστιχο τσακίζονται όλα εκείνα τα «εγώ δε θα γίνω ποτέ σαν τους γονείς μου» που όλοι μας έχουμε πει κατά καιρούς. Όλα τα «εγώ θα αλλάξω το κόσμο». Όλη η συναισθηματική μας εφηβεία.

Σε παλαιότερη συνέντευξή της η Τάνια Τσανακλίδου έχει πει για την ηχογράφηση του κομματιού: «Αυτό το τραγούδι, όντως δεν μπορούσα να το προβάρω όπως τα άλλα που έγιναν για τον δίσκο. Δεν το άντεχα. Έτοιμος ήταν ο υπόλοιπος, αλλά αυτό δεν μπορούσα… Πρώτη φορά λοιπόν μπαίνουμε και οι τρεις στο στούντιο να ψάξουμε τόνο και αρχίζω… Κάποια στιγμή ψάχνω να τους βρω και είχαν εξαφανιστεί όλοι. Ο Σταμάτης, ο ηχολήπτης, όλοι. Μόνο η Λίνα έκανε ότι διάβαζε εφημερίδα. Όλοι μέσα στο στούντιο έκλαιγαν». 

Η συγκεκριμένη ηχογράφηση είναι που ολοκληρώνει και το δίσκο. Μάλιστα στο τέλος ακούγεται η Τσανακλίδου εμφανώς φορτισμένη συναισθηματικά να τους ζητά να κάνουν ένα διάλειμμα. Είναι εμφανές ότι η τέχνη αυτών των ανθρώπων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ζωές τους. Ακόμα κι όταν διοχέτευαν πιο μαζικά το ελληνικό τραγούδι με δίσκους αυτό ήταν αποτέλεσμα του δημιουργικού τους πυρετού και όχι κάποιου επαγγελματικού πλάνου.

Πάνω σ’ αυτό το τραγούδι λοιπόν στήθηκε όλος ο δίσκος. Στα λόγια της Λίνας και στις μουσικές του Σταμάτη. Κοιτώντας το δισέλιδο με τους στίχους βλέπω ότι η «Σουλτάνα η Φωφώ» είναι -κατ’ εξαίρεση- σε λόγια του Κραουνάκη. Ομολογώ πως δεν το ήξερα. Στα περισσότερα site πάντως είναι -λανθασμένα- καταχωρισμένο στη Λίνα Νικολακοπούλου. Η συγγένεια του πάντως με τα υπόλοιπα τραγούδια δικαιολογεί απόλυτα και την ύπαρξη του στο δίσκο. Μαζί μ’ αυτό το τραγούδι, που ήταν το πρώτο που ξεχώρισε, αλλά και το διαχρονικό πλέον «Μαμά γερνάω», ξεχώρισαν δύο ακόμα κομμάτια. Το «Πάτωμα» και οι «Μοίρες».

Ολοκληρώνοντας θέλω να αναφέρω το εξής. Έχει τύχει -ευτυχώς όχι συχνά- να διαβάσω σε συνεντεύξεις, ανθρώπους του τραγουδιού που απαντούν στην ερώτηση «γιατί γράφετε τραγούδια;» λέγοντας «γιατί μπορώ» Και πράγματι μπορούν. Ποτέ δεν υστερήσαμε σε ταλέντο. Όμως μπορεί για παράδειγμα η ρίμα της Λίνας να είναι ταλέντο αλλά η συνέπεια του αισθήματος είναι πρόθεση. Κι αν έχει ανάγκη κάτι το τραγούδι αυτό είναι η πρόθεση. Η Λίνα Νικολακοπούλου -η ίδια το έχει δηλώσει- κλεινόταν στις ντουλάπες μια εποχή γιατί οι κεραίες της έπιαναν παραπάνω απ’ όσα ενδεχομένως άντεχε και η ίδια. Τα τελευταία χρόνια είχε αποτραβηχτεί κιόλας. Το ίδιο και η Τσανακλίδου. Το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου, το «Μαμά γερνάω», είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που ένα τραγούδι δικαίως τραβάει όλη την προσοχή επάνω του. Και λέω δικαίως όχι λόγω της αντικειμενικής του αξίας αλλά διότι το γεγονός αυτό δεν κρύβει καμία παρανόηση. Αυτό ήταν το αίσθημα και ορθώς αυτό εξέλαβε και ο κόσμος.

Αυτό ήταν το «Μαμά γερνάω».