Εκείνο το πρωί που έγινα «πουτινάκι» και «εχθρός της Δύσης»

Εκείνο το πρωί που έγινα «πουτινάκι» και «εχθρός της Δύσης»
Ακολουθήστε μας στο Google news

Του Θωμά Σίδερη (δημοσιογράφος, ΕΡΤ)

16 Μαρτίου 2025

Όταν άνοιξα το τηλέφωνο το πρωινό εκείνης της Τρίτης, ακριβώς πριν τρία χρόνια, μια ημέρα πριν φύγω για τη Θεσσαλονίκη για την πρεμιέρα της ταινίας μου Τα Ρόδια του Ναγκόρνο Καραμπάχ, είχα λάβει ένα μήνυμα από έναν «άγνωστο» άντρα, ο οποίος μου έλεγε τα εξής: «Ελπίζω πουτινάκι, κ@@@@λη, να σε πληρώνει ο Πούτιν και όχι εγώ». Το «εγώ» σημαίνει ότι σε πληρώνω μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ.

Δεν έδωσα σημασία, διαπίστωσα για ακόμη μια φορά ότι υπάρχουν πολλοί ψεκασμένοι γύρω μας και ετοιμάστηκα για να πάω στην ΕΡΤ. Μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής ο Κ., «ρε συ έχεις πάρει χαμπάρι τι συμβαίνει με σένα; Γίνεται χαμός!». Μου διάβασε τις αναρτήσεις του γνωστού και μη εξαιρετέου Η.Κ., και μιας ακόμη αρθρογράφου, νομίζω στο πρόταγκον, η οποία όπως έγραφε, άκουγε την εκπομπή και έφριττε! Πώς είναι δυνατόν να ακούγεται ένα ραδιοφωνικό ντοκιμαντέρ από την κρατική ΕΡΤ που άφηνε υπόνοιες ότι το Τάγμα Αζόφ είχε ναζιστικες ρίζες;

Στο τέλος μού διάβασε και την ανάρτηση του Γρηγόρη Ψαριανού, ο οποίος αφού με στόλιζε με διάφορες βρισιές και χυδαιότητες, κατέληγε ερωτόμενος: ποιος είναι αυτός; Ήθελα να του στείλω μήνυμα πως είμαι αυτός που πήρα πολλές συνεντεύξεις από τη μάνα σου, όλες για το Πρώτο Πρόγραμμα, για τον θείο σου τον Νικηφόρο, όταν έκανα τα ραδιοφωνικά ντοκιμαντέρ για την Εθνική Αντίσταση στη Φθιώτιδα και στα χωριά του Παρνασσού. Πραγματικά, τι θα άλλαζε όμως;

Είχα περιέργεια να μάθω όμως ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος που μου είχε στείλει το πρώτο πρώτο μήνυμα. Στο προφίλ του έγραφε με υπερηφάνεια ότι ήταν αυτός που οργάνωσε τις κινητοποιήσεις «Μένουμε Ελλάδα» και είχε ως φωτογραφία εξωφύλλου τον κύριο με το κολονάτο ποτήρι έξω από τη Βουλή. Έτσι, εκείνο το πρωί, αγουροξυπνημένος και ασυγχώρητα αφελής, έμαθα ότι δεν μένω στην Αθήνα αλλά στη Μόσχα και ότι δεν εργάζομαι στην ΕΡΤ αλλά στο Ρία Νοβόστι. Επίσης, έμαθα ότι το πραγματικό αφεντικό μου είναι ο Πούτιν, ίσως και ο Ιβάν Σαββίδης.

Το τι ακολούθησε είναι λίγο πολύ γνωστά. Εκείνη και τις επόμενες μέρες δέχθηκα έναν οχετό ύβρεων και απειλών, διαδικτυακών και φυσικών. Όταν επικοινώνησα με το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου, του οποίου είμαι μέλος, εκδόθηκε άμεσα alert, το οποίο διαβιβάστηκε στις ελληνικές αρχές μέσω του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών. Η υπόθεση έγινε κυριολεκτικά μπαλάκι ανάμεσα στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και του αστυνομικού τμήματος της περιοχής που διαμένω.

Ωστόσο, κάποια φορά, από τις πολλές επισκέψεις μου στο τμήμα, υποβάλλοντας αναφορές και υπομνήματα, ένας αστυνομικός γύρισε και μου είπε: «τελικά ρε φίλε είσαι ένας κανονικός δημοσιογράφος». Δεν ξέρω τι σημαίνει κανονικός δημοσιογράφος και δεν μου αρέσουν καθόλου οι λέξεις «κανονικός» και «κανονικότητα». Αλλά μάλλον για καλό το είπε. Αλλά και πάλι σίγουρος δεν είμαι.

Τρία χρόνια μετά… Χάθηκε πολύτιμος χρόνος, οι υβριστές μου και όσοι με απείλησαν, έσβησαν σχεδόν τα πάντα, προσπάθησαν να σβήσουν τα ίχνη τους και δεν ξέρω αν το έχουν καταφέρει τελικά. Δεν υπήρξε καμία διάθεση από τις αρχές να ψάξουν σε βάθος την υπόθεση και αυτό ήταν προφανές από τη στιγμή που το ανέθεσαν στο τοπικό ΑΤ. Το Συμβούλιο της Ευρώπης, στην ετήσια έκθεσή του, την επόμενη χρονιά, αφιέρωσε σχεδόν μια σελίδα στην περίπτωσή μου, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα λογοκρισίας σε δημόσιο μέσο ενημέρωσης. Η ελληνική πλευρά απέστειλε μια τυπική επιστολή μνημειώδους ψεύδους και ανακριβειών υποστηρίζοντας ότι καμία λογοκρισία δεν συνέβη και όλα ήταν καλά και υπέροχα.

Γνώρισα πολλούς ακροατές της Αφύλαχτης Διάβασης, που μου έστειλαν μηνύματα συμπαράστασης. Δεν ήταν πια οι ανώνυμοι ακροατές, αλλά είχαν όνομα και, κυρίως, φωνή. Εκδόθηκαν πολλά ψηφίσματα συμπαράστασης, αρκετοί φίλοι και συνάδελφοι άφησαν ένα μήνυμα με έναν καλό λόγο και βρήκα πολύ διασκεδαστικό το μήνυμα #μετονΘωμά. Μέχρι και η τοπική της ΝΔ σκέφτηκε να βγάλει ανακοίνωση στήριξης, αλλά δεν πιάνεται γιατί ο πρόεδρός της είναι ένας πολύ καλός φίλος μου από τα παλιά.

Σε επαγγελματικό επίπεδο πλήρωσα το τίμημα, το πληρώνω και δεν ξέρω μέχρι πότε θα συνεχίσω να το πληρώνω. Ξέρουν αυτοί που θα διαβάσουν αυτό το κείμενο, καλύτερα από μένα. Υπήρξαν και άνθρωποι που μου γύρισαν την πλάτη και έπαψαν να μου μιλούν. Έτσι, ξαφνικά. Από εκεί που άκουγα τη φράση «είμαστε τυχεροί που σε έχουμε στην ΕΡΤ» διαισθανόμουν πια τη συνθήκη «απλά κάνουμε υπομονή μαζί σου».

Θα μπορούσα να είχα φύγει, αλλά δεν ήθελα να τους κάνω το χατίρι. Στο κάτω κάτω στην ΕΡΤ είμαι γιατί, παρά τις εγγενείς αδυναμίες της, είναι όαση πολιτισμού. Με την ΕΡΤ μεγάλωσα και γαλουχήθηκα. Είναι η ΕΡΤ του Ιάκωβου Καμπανέλλη και του Μάνου Χατζιδάκι, είναι η ΕΡΤ της Σοφίας Μιχαλίτση και του Γιώργου Τσαγγάρη.

Το ερώτημα βέβαια είναι αν υπήρξε στιγμή που μετάνιωσα για το συγκεκριμένο ραδιοφωνικό ντοκιμαντέρ, θα πω κατηγορηματικά «όχι». Το έκανα με την ίδια ερευνητική μεθοδολογία που εργάζομαι πάντα, είτε στο ραδιόφωνο είτε στον κινηματογράφο είτε στο επιστημονικό μου πεδίο ως διδακτορας, και εν προκειμένω θα επαναλάβω ότι στηρίχτηκα αποκλειστικά σε δυτικές πηγές. Επομένως κάθε επιχείρημα όλων αυτών που με κατηγόρησαν ότι είμαι εχθρός της δύσης, καταπίπτει a priori.

Εγώ δεν βλέπω γύρω μου εχθρούς. Ακόμα κι αυτούς που μου επιτέθηκαν τους καταλαβαίνω. Προσπάθησα να κατανοήσω τη στάση τους μέσα από το σύστημα που υπηρετούν με πάθος, τους συντηρεί και το συντηρούν. Κατανοώ τη συνθήκη και πορεύομαι. Ακόμα κι αν μου τα πάρουν όλα θα συνεχίσω να κάνω αυτό που με δίδαξαν οι γονείς μου από μικρό παιδί: παλεύουμε για το δίκιο και την αλήθεια μέχρι το τέλος.

Αλλά αυτό δεν είναι το έργο και ενός δημοσιογράφου; Παλεύει για το δίκιο και την αλήθεια. Ή μήπως όχι;